1. Καταστάσεις αποτελεσμάτων βάσει Ελληνικών Λογιστικών ΠροτύπωνΒάσει του Ν 4308/2014 (ΕΛΠ), οι οντότητες συντάσσουν μόνο μία κατάσταση αποτελεσμάτων επιλέγοντας είτε το υπόδειγμα Β.2.1, είτε το υπόδειγμα Β.2.2.
ΣχόλιοΗ γνωμοδότηση του ΣΛΟΤ, σχετικά με την κατάρτιση της κατάστασης αποτελεσμάτων, στηρίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 16 του Ν 4308/2014 , η οποία χρησιμοποιεί το διαζευκτικό «ή», ως προς το Παράρτημα Β2:«6. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις των οντοτήτων καταρτίζονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα υποδείγματα του Παραρτήματος Β: υπόδειγμα Β.1.1 ή Β.1.2 (Ισολογισμός), Β.2 (Κατάσταση Αποτελεσμάτων, Β.2.1 ή Β.2.2), Β.3 (Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης) και Β.4 (Κατάσταση Χρηματοροών)».Ωστόσο, κατά την γνώμη μας, αλλά και εκ της εμπειρίας της πρώτης εφαρμογής των ΕΛΠ, αν δεν συνταχθούν και οι δύο καταστάσεις, τα συμπεράσματα θα είναι ελλιπή, ως προς την εικόνα των αποτελεσμάτων. Ιδίως δε και εκ του γεγονότος ότι δεν προβλέπεται πλέον η κατάρτιση της (αναλυτικής) Κατάστασης Γενικής Εκμετάλλευσης του ΕΓΛΣ. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι οι δύο καταστάσεις (Β.2.1 και Β.2.2) διαφέρουν σε πολλά σημεία και η κάθε μία παρέχει τις δικές της πληροφορίες για την ενημέρωση του ενδιαφερόμενου για τα οικονομικά στοιχεία της οντότητας (βλ. σχετικά άρθρο ιδίου: «Οι καταστάσεις αποτελεσμάτων κατά λειτουργία και κατ είδος, σύμφωνα με τα ΕΛΠ», Επιχείρηση 3/2016, 225 κ.επ.). |
|
Γνωμοδότηση ΣΛΟΤ 600/7.4.2016 |
2. Λογιστική εγγραφή τεκμαρτού εσόδου και εξόδου από την ιδιόχρηση ακινήτουΤα σχετικά ποσά μπορούν να καταχωρίζονται για λόγους εσωτερικής πληροφόρησης της επιχείρησης σε σχετικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, στη δημοσιοποιούμενη κατάσταση αποτελεσμάτων δεν πρέπει να εμφανίζονται σε κανένα σημείο της τεκμαρτά κονδύλια.
ΣχόλιοΠαρόλο που ο υπολογισμός του τεκμαρτού μισθώματος από ιδιόχρηση ακινήτων, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου (ΚΦΕ, Ν 4172/2013 , συνδυασμένες διατάξεις: άρθρο 39, παρ. 2 και άρθρα 22 και 23 περ. η), είναι φορολογικά αδιάφορος για την οντότητα, η λογιστική εγγραφή πρέπει να καταχωριστεί στα βιβλία, από την άποψη ότι, αν δεν γίνει, ο έλεγχος θα έχει την ευχέρεια να το προσθέσει στα έσοδα, ενώ δεν θα μπορεί να διενεργηθεί εκ των υστέρων η λογιστική εγγραφή για την απεικόνιση του τεκμαρτού εξόδου. Η λογιστική εγγραφή στα διπλογραφικά βιβλία, θα πραγματοποιηθεί με χρέωση υπολογαριασμού του 64.05 και πίστωση υπολογαριασμού του 71.04 (νέο Σχέδιο Λογαριασμών). Αν η οντότητα χρησιμοποιεί το ΕΓΛΣ, θα προσαρμόσει ανάλογα τις περιγραφές στους παλιούς κωδικούς. Αν τηρούνται απλογραφικά |
|
Γνωμοδότηση ΣΛΟΤ 781/2015 |
βιβλία, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί στο έντυπο Ε3: 273 ή 282 ή 644, του πίνακα ΣΤ (αναλόγως του τομέα που δραστηριοποιείται η επιχείρηση) ως προς το τεκμαρτό έσοδο και στους κωδικούς: 531 ή 532 ή 533 αντίστοιχα, ως προς το τεκμαρτό έξοδο. Αν τηρούνται διπλογραφικά βιβλία, θα συμπληρωθούν οι κωδικοί: 467 του πίνακα Η, ως προς το τεκμαρτό έσοδο και ως τεκμαρτό έξοδο θα περιλαμβάνεται στον πίνακα των δαπανών (Θ, στ). Υπό αυτή την έννοια το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι φορολογικά αδιάφορο. Ωστόσο, τα ΕΛΠ, βάσει της παρ. 6 του άρθρου 17 του Ν 4308/2014 , «τα κονδύλια των χρηματοοικονομικών καταστάσεων παρακολουθούνται λογιστικά και παρουσιάζονται λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική ουσία των συναλλαγών ή γεγονότων». Συνεπώς, ορθώς γνωμοδοτεί το ΣΛΟΤ, ως άνω, ότι δηλαδή τόσο το τεκμαρτό μίσθωμα ως έσοδο, όσο και το ισόποσο ως έξοδο, δεν πρέπει να περιληφθούν στις καταστάσεις των αποτελεσμάτων, ώστε η εικόνα που προκύπτει να συνδέεται με πραγματικές συναλλαγές και γεγονότα.Οίκοθεν νοείται ότι διαφορετική θα είναι η αντιμετώπιση αν η οντότητα αποφασίσει για συγκεκριμένους λόγους να υπολογίσει τεκμαρτό μίσθωμα (έξοδο) μεγαλύτερο του 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Στην περίπτωση αυτή θα προκύψει μόνιμη διαφορά λογιστικής και φορολογικής βάσης. |
|
|
3. Διάθεση κερδών ΑΕ φορολογικού έτους 2015Τα καθαρά κέρδη διανέμονται κατά την εξής σειρά:(α) αφαιρείται η κατά τον παρόντα νόμο (σ.σ.: βλ. άρθρο 44) ή το καταστατικό κράτηση για τακτικό αποθεματικό(β) κρατείται το απαιτούμενο ποσό για την καταβολή του μερίσματος που προβλέπεται από το άρθρο 3 του ΑΝ 148/1967.
ΣχόλιοΩς γνωστό, σύμφωνα με το άρθρο 44 του ΚΝ 2190/1920 , ετησίως κρατείται το ένα εικοστό (5%) τουλάχιστον των καθαρών κερδών προς σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού. Το τακτικό αποθεματικό χαρακτηρίζεται ως υποχρεωτικό αποθεματικό, ωστόσο αν το ύψος του φθάσει το 1/3 του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, παύει να είναι υποχρεωτική η συνέχιση της κράτησής του.Περαιτέρω, το τακτικό αποθεματικό υπολογίζεται επί των καθαρών λογιστικών κερδών τα οποία έχουν απομείνει μετά την αφαίρεση κάθε εταιρικού βάρους. Στην έννοια του εταιρικού βάρους ανήκει και ο φόρος εισοδήματος της οντότητας. Οίκοθεν νοείται ότι αν μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος δεν απομένει ικανό υπόλοιπο κερδών για την πραγματοποίηση της κράτησης του τακτικού αποθεματικού, αυτή δεν θα γίνεται. Έπεται η διανομή του μερίσματος, η οποία ακολουθεί την εφαρμογή των διατάξεων του ΑΝ 148/1967. Συγκεκριμένα, διανέμεται ποσό ως μέρισμα ίσο με το 35% επί του υπολοίπου των κερδών, μετά την αφαίρεση και του τακτικού αποθεματικού.Σαφέστατα, η Γενική Συνέλευση των μετόχων με πλήρη ομοφωνία μπορεί να αποφασίσει την διανομή μεγαλύτερου ποσού μερίσματος. Περιορισμός υφίσταται μόνο στην περίπτωση που η εταιρεία κατέχει μετοχές θυγατρικής εταιρείας (πάνω από δεκαετία) και οι μετοχές αυτές αντιπροσωπεύουν το 20% του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου αυτής (της θυγατρικής). Στην περίπτωση αυτή θα αφαιρεθούν τα κέρδη που προέρχονται από την εκποίηση αυτών των μετοχών, εφόσον το διανεμητέο τμήμα είναι μεγαλύτερο, από το 35% επί των κερδών, ως άνω. Ωστόσο, αν μέτοχοι που κατέχουν ποσοστό τουλάχιστον του 65% επί του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, αποφασίσουν να μην εφαρμοστούν |
|
ΚΝ 2190/1920 άρθρο 45 παρ. 2 περί ΑΕ, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν 3604/2007 και με τον Ν 4336/2015 |
τα παραπάνω, τότε δεν διανέμεται κανένα ποσό, αλλά αυτό που θα διανεμόταν ως μέρισμα (35%) παρακρατείται με την μορφή ειδικού αποθεματικού με σκοπό την κεφαλαιοποίησή του, εντός μίας τετραετίας και παράδοση δωρεάν μετοχών στους μετόχους.Τέλος, με πλειοψηφία 70% των μετόχων, τουλάχιστον, επί του καταβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, δεν διανέμεται κανένα ποσό. |
|
|
4. Εξόφληση παραστατικού δαπάνης άνω των 500 ευρώΟι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:… β) κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
Διευκρινίσεις1. Δεν εκπίπτει κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ, από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.2. Στην έννοια της αγοράς των αγαθών και της λήψης των υπηρεσιών εμπίπτουν οι αγορές πρώτων και βοηθητικών υλών εμπορευμάτων, υλικών, παγίων, κ.λπ., οι πάσης φύσεως δαπάνες της επιχείρησης καθώς και οι πάσης φύσεως υπηρεσίες που λαμβάνει η επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της εκπιπτόμενης δαπάνης (άρθρο 22 ΚΦΕ) και δεν εμπίπτουν σε κάποια περίπτωση μη εκπιπτόμενης δαπάνης (άρθρο 23 ΚΦΕ).3. Ως τραπεζικό μέσο πληρωμής, νοείται:– Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),– Η χρήση χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών της εταιρείας που πραγματοποιεί την πληρωμή,– Η έκδοση τραπεζικής επιταγής της επιχείρησης ή η εκχώρηση επιταγών τρίτων,– Η χρήση συναλλαγματικών οι οποίες εξοφλούνται μέσω τραπέζης,– Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων.4. Ως αξία συναλλαγής λαμβάνεται υπόψη το καθαρό ποσό της αξίας της συναλλαγής, προ ΦΠΑ.5. Ο νόμος απαιτεί η εξόφληση να γίνεται με τραπεζικό μέσο πληρωμής, προκειμένου να αποδεικνύεται η ύπαρξη και η πραγματοποίηση της συναλλαγής, χωρίς να κάνει διάκριση ως προς το πρόσωπο του καταβάλλοντος, ούτε να θέτει ως προϋπόθεση όπως το πρόσωπο στο οποίο ανήκει ο λογαριασμός μέσω του οποίου εξοφλούνται οι σχετικές δαπάνες να είναι και αυτό που είχε τη σχετική απαίτηση από τον καταβάλλοντα (άμεσα αντισυμβαλλόμενος).6. Ομοίως, σε περίπτωση που η εξόφληση γίνεται, κατ εντολή της επιχείρησης, από τρίτο, πελάτη της, προς απόσβεση δικής του υποχρέωσης από αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών από την επιχείρηση, η σχετική δαπάνη αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα του τρίτου, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις, παρόλο που ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο κατατέθηκαν τα μετρητά ή μεταφέρθηκαν τα σχετικά εμβάσματα δεν ανήκει σε πρόσωπο έναντι του οποίου υφίστατο και η σχετική υποχρέωση.7. Για την εξασφάλιση του δικαιώματος έκπτωσης μιας δαπάνης, άνω των 500 ευρώ, η καταβολή μπορεί να γίνεται και σε τραπεζικό λογαριασμό του προμηθευτή σε αλλοδαπή τράπεζα. |
|
ΚΦΕ Ν 4172/2013 άρθρο 23, περ. β΄, βλ. και Πολ. 1055/26.4.2016 |