Η ετήσια κανονική άδεια των μισθωτών

Πέτρος Γ. Ραπανάκης

Σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα εργατικής νομοθεσίας και ανθρώπινου δυναμικού, Αρθρογράφος, Συγγραφέας

Πλήρης εργατικός οδηγός για την ετήσια άδεια των μισθωτών με παραδείγματα, εφαρμογές ειδικών περιπτώσεων και πίνακες.

Περιεχόμενα

1. Οι ημέρες της ετήσιας κανονικής άδειας των μισθωτών

2. Χορήγηση άδειας στο πρώτο ημερολογιακό έτος απασχόλησης

3. Χορήγηση άδειας στο δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησης

4. Χορήγηση άδειας στο τρίτο κ.λπ. ημερολογιακά έτη απασχόλησης

5. Το καθεστώς χορήγησης τμηματικής άδειας στους μισθωτούς

6. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 1ο ημερολογιακό έτος

7. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 2ο ημερολογιακό έτος

8. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 3ο και άνω ημερολογιακά έτη

9. Αποδοχές και επίδομα αδείας

10. Αποδοχές και επίδομα αδείας στη μερική απασχόληση

11. Αποδοχές και επίδομα αδείας στην εκ περιτροπής απασχόληση

12. ΄Αδεια επί διαλείπουσας απασχόλησης

13. Χρόνος χορήγησης της άδειας – Χρόνος καταβολής των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας

14. Κατάτμηση της άδειας

15. Λύση εργασιακής σχέσης και δικαίωμα λήψης από το μισθωτό αποζημίωσης άδειας και επιδόματος άδειας

16. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου και άδεια

17. Ιδιότυπες μορφές απασχόλησης – Δικαιούμενη άδεια μισθωτών

18. Αποδοχές άδειας και επίδομα άδειας μισθωτών με υπερωριακή απασχόληση

19. Ειδικό βιβλίο αδειών

20. Συνέπειες από την άρνηση χορήγησης της κανονικής ετήσιας άδειας στον δικαιούχο μισθωτό

21. Παραίτηση μισθωτού και δικαίωμα λήψης αποζημίωσης άδειας και επιδόματος αδείας

22. Έντυπο Ε11 (Γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας)

1. Οι ημέρες της ετήσιας κανονικής άδειας των μισθωτών

1α. Γενικό πλαίσιο

Η ετήσια κανονική άδεια των μισθωτών χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑN 539/1945, των Ν 1346/1983 και Ν 549/1977 και του άρθρου 1 του Ν 3302/2004 .

Ως βάση υπολογισμού του χρόνου χορήγησης της ετήσιας κανονικής άδειας λαμβάνεται από 28.12.2004 και εφεξής, το ημερολογιακό έτος. Επισημαίνεται ότι με το άρθρο 6 Ν 3144/2003 έχει κατοχυρωθεί το δικαίωμα λήψης αναλογικής άδειας από τον πρώτο μήνα απασχόλησης των μισθωτών. Πιο συγκεκριμένα, η ετήσια κανονική άδεια, ειδικά κατά το 1ο και 2ο ημερολογιακό έτος, χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στην συγκεκριμένη επιχείρηση. Η αναλογία της χορηγούμενης αδείας για τους νεοπροσλαμβανόμενους (που δεν έχουν συμπληρώσει ένα εργασιακό έτος απασχόλησης σε συγκεκριμένο εργοδότη) και έχουν προϋπηρεσία μικρότερη των δώδεκα (12) ετών υπολογίζεται βάσει ετήσιας άδειας:

• 20 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και

• 24 εργάσιμων ημερών, επί εξαημέρου,

η οποία αντιστοιχεί σε δώδεκα (12) μήνες συνεχούς απασχόλησης. Ταυτόχρονα καθορίζεται το όλο πλαίσιο χορήγησης της άδειας τόσο κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού όσο και για το τρίτο και τα πέραν του τρίτου ημερολογιακά έτη απασχόλησης. Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν 3302/2004 , που αντικατέστησε την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ΑN 539/1945 (ΦEK Α΄ 229), καθώς και την με αρ. πρωτ. 3392/1.3.2005 εγκύκλιο του Υπουργού Απασχόλησης, κάθε μισθωτός ο οποίος συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης σχέσης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούται να λάβει ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησης του σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση.

Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό.

Με διατάξεις της ΕΓΣΣΕ αυξήθηκαν οι ημέρες άδειας των μισθωτών που εμφανίζουν πολυετή υπηρεσία ή προϋπηρεσία ως ακολούθως:

Υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες που συμπληρώνουν υπηρεσία δέκα (10) ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία δώδεκα (12) ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται:

• άδεια 30 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή

• άδεια 25 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας (άρθρο 6, της ΕΓΣΣΕ 23.5.2000).

Από 1.1.2008, μετά από τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας, δικαιούνται μία (1) επιπλέον εργάσιμη ημέρα, δηλαδή συνολικά 31 και 26 εργάσιμες ημέρες, αντίστοιχα (άρθρο 3, ΕΓΣΣΕ 2008-2009).

Όσον αφορά τον υπολογισμό των ημερών της ετήσιας κανονικής άδειας ενός μισθωτού, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του χρόνου διάρκειας της εργασιακής σχέσης (ο μη υπολογισμός του χρόνου προϋπηρεσίας από 14.2.2012 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 4, της ΠΥΣ 6/2012, αφορά μόνο τις μισθολογικές ωριμάνσεις και ειδικότερα το χρόνο βάσει του οποίου υπολογίζονται τα επιδόματα προϋπηρεσίας) ανεξαρτήτως ειδικότητας του εργαζόμενου.

Ως ημέρες άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες (παρ. 1,3 του άρθρ. 2 του ΑΝ 539/45). Δεν συμπεριλαμβάνονται δηλαδή στις ημέρες άδειας οι Κυριακές και αργίες και οι ημέρες ασθενείας. Για τους μισθωτούς που απασχολούνται με καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας δεν περιλαμβάνεται στον αριθμό ημερών αδείας, η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν παρέχουν εργασία λόγω πενθημέρου (π.χ. το Σάββατο).

Οι ημέρες άδειας που δικαιούται ο μισθωτός, όπως αυτές ορίζονται κατά τα ανωτέρω με τον Ν 1346/1983 και το άρθρο 1 του Ν 3302/2004 , ποικίλουν ανάλογα με την προϋπηρεσία που αυτός έχει, καθώς και ανάλογα με τις ημέρες που απασχολείται εβδομαδιαία, όπως αναλυτικά εμφαίνεται στους σχετικούς πίνακες.

Πίνακας 1: Ημέρες άδειας μισθωτών με συνολική υπηρεσία ή προϋπηρεσία μέχρι 10 έτη μη συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη ή μέχρι 12 έτη μη συμπληρωμένα σε οποιονδήποτε εργοδότη

Ημερολογιακό έτος

απασχόλησης

στην ίδια επιχείρηση

Ημέρες άδειας υπολογιζόμενες επί εργασίμων ημερών και χορηγούμενες επί τη βάσει του ημερολογιακού έτους απασχόλησης των μισθωτών

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 5νθήμερο εβδομαδιαία

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 6ήμερο εβδομαδιαία

1ο έτος

2 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης x 5/6 (ή 20/12 x μήνες απασχόλησης)

2 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης (ή 24/12 x μήνες απασχόλησης)

2 έτος – Διακοπή σχέσης εργασίας πριν τη συμπλήρωση 1ου εργασιακού έτους

2 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης x 5/6 (ή 20/12 x μήνες απασχόλησης)

2 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης (ή 24/12 x μήνες απασχόλησης)

2ο έτος – Διακοπή σχέσης εργασίας μετά τη συμπλήρωση 1ου εργασιακού έτους

21/12 x μήνες απασχόλησης

25/12 x μήνες απασχόλησης

3ο έτος – Διακοπή σχέσης εργασίας πριν τη συμπλήρωση 2 ετών απασχόλησης

21 ημέρες

25 ημέρες

3ο έτος έως και 9ο έτος

22 ημέρες

26 ημέρες

1β. Προσαύξηση αδείας λόγω 10ετούς υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη ή 12ετούς προϋπηρεσίας σε οποιονδήποτε εργοδότη (Πίνακας 2)

Εργαζόμενοι που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται:

άδεια 30 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή

άδεια 25 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας (άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 23.5.2000).

Πίνακας 2: Ημέρες άδειας μισθωτών με συνολική υπηρεσία ή προϋπηρεσία 10 ετών συμπληρωμένων και άνω στον ίδιο εργοδότη ή 12 ετών συμπληρωμένων και άνω σε οποιονδήποτε εργοδότη

Έτη υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας

Ημέρες άδειας υπολογιζόμενες επί εργασίμων ημερών και χορηγούμενες επί τη βάσει του ημερολογιακού έτους απασχόλησης των μισθωτών

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 5νθήμερο εβδομαδιαία

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 6ήμερο εβδομαδιαία

10 έτη συμπληρωμένα

στον ίδιο εργοδότη και άνω

25 ημέρες

30 ημέρες

1ο ημερολογιακό έτος (υπερ 12ετής προϋπηρεσία)

25/12 x μήνες απασχόλησης

30/12 x μήνες απασχόλησης

2ο ημερολογιακό έτος – υπερ 12ετής προϋπηρεσία (περίπτωση διακοπής εργασίας)

25/12 x μήνες απασχόλησης

30/12 x μήνες απασχόλησης

2ο ημερολογιακό έτος και άνω – υπερ 12ετής προϋπηρεσία (μη διακοπή σχέσης εργασίας)

25 ημέρες

30 ημέρες

1γ. Προσαύξηση αδείας λόγω 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας (Πίνακας 3)

Εργαζόμενοι μετά τη συμπλήρωση 25 ετών υπηρεσίας στον ίδιο ή σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται:

άδεια 31 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα 6ήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή

άδεια 26 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα 5νθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας (ΕΓΣΣΕ 2008-2009).

Πίνακας 3: Ημέρες άδειας μισθωτών με υπηρεσία ή προϋπηρεσία 25 ετών συμπληρωμένων και άνω στον ίδιο εργοδότη ή και σε οποιονδήποτε εργοδότη

Έτη υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας

Ημέρες άδειας υπολογιζόμενες επί εργασίμων ημερών και χορηγούμενες επί τη βάσει του ημερολογιακού έτους απασχόλησης των μισθωτών

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 5νθήμερο εβδομαδιαία

Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 6ήμερο εβδομαδιαία

1ο ημερολογιακό έτος (υπερ25ετής προϋπηρεσία)

26/12 x μήνες απασχόλησης

31/12 x μήνες απασχόλησης

2ο ημερολογιακό έτος – υπερ25ετής προϋπηρεσία (περίπτωση διακοπής εργασίας)

26/12 x μήνες απασχόλησης

31/12 x μήνες απασχόλησης

2ο ημερολογιακό έτος και άνω – υπερ25ετής προϋπηρεσία (μη διακοπή σχέσης εργασίας)

26 ημέρες

31 ημέρες

Ο υπολογισμός των ημερών άδειας των μισθωτών γίνεται από 28.12.2004 (ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 3302/2004 ) με βάση το ημερολογιακό έτος απασχόλησης των μισθωτών.

Ως εκ του λόγου ότι ο Ν 3302/2004 θεμελιώνει δικαίωμα τμηματικής καταβολής της κανονικής άδειας κατά το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος, ο νεοπροσλαμβανόμενος μισθωτός με προϋπηρεσία άνω των δώδεκα (12) ετών δικαιούται να ζητήσει και να λάβει την τμηματική χορήγηση της άδειας των είκοσι πέντε (25) ή τριάντα (30) ημερών κατά το πρώτο και το δεύτερο έτος της απασχόλησής του στο νέο εργοδότη.

Επίσης, ο νεοπροσλαμβανόμενος μισθωτός με προϋπηρεσία άνω των είκοσι πέντε (25) ετών στον ίδιο ή σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούται να ζητήσει και να λάβει την τμηματική χορήγηση της άδειας των είκοσι έξι (26) ή τριάντα (31) ημερών κατά το πρώτο και το δεύτερο έτος της απασχόλησής του στο νέο εργοδότη.

2. Χορήγηση άδειας στο πρώτο ημερολογιακό έτος απασχόλησης

Ο εργοδότης υποχρεούται, μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους εντός του οποίου προσλήφθηκε ο μισθωτός, να χορηγεί σε αυτόν μέρος της κανονικής άδειας, με αποδοχές, κατ΄ αναλογία με τον χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει στην ίδια υπόχρεη επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, χορηγείται τμηματικά η ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται με βάση ετήσια άδεια είκοσι τεσσάρων (24) εργασίμων ημερών ή, αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, είκοσι (20) εργασίμων ημερών, χωρίς να υπολογίζεται σε αυτές η ημέρα της εβδομάδας κατά την οποία δεν απασχολούνται οι μισθωτοί λόγω του εφαρμοζόμενου συστήματος εργασίας.

Έστω μισθωτός που προσλαμβάνεται την 1.4.2016 με καθεστώς εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και απασχολείται καθ΄ όλο το διάστημα από την πρόσληψή του έως την 31.12.2016, δικαιούται 18 ημέρες άδειας στο χρονικό διάστημα από 1/4-31/12/2016 (9 μήνες απασχόλησης x 2 ημέρες = 18 ημέρες).

Ο μισθωτός που προσλαμβάνεται με καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας την 1.4.2016, δικαιούται 10 ημέρες άδειας στο διάστημα από την πρόσληψή του μέχρι την 31.12.2016 (9 μήνες απασχόλησης x 20/12 = 15 ημέρες).

Επισημαίνεται ότι οι 18 ημέρες άδειας με καθεστώς εξαημέρου ανάγονται σε 15 ημέρες άδειας με καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Συγκεκριμένα, 18 ημέρες x (6 ώρες + 40 λεπτά) ισοδυναμούν με 15 ημέρες οκτάωρης ημερήσιας εργασίας.

Επίσης, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει, εκτός από τις αποδοχές άδειας, και επίδομα άδειας.

Το επίδομα άδειας, εν προκειμένω, ισούται και αυτό με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του ή με δύο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το μισό (1/2) του μισθού του ή τα δεκατρία (13) ημερομίσθια.

Για απασχόληση μικρότερη από ένα (1) μήνα, ως αποζημίωση άδειας και επίδομα άδειας καταβάλλεται ανάλογο κλάσμα.

Κατά συνέπεια, ο μισθωτός του ανωτέρω παραδείγματος, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 6 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με τα 12/25 του μηνιαίου μισθού του ή 12 ημερομίσθια, ανάλογα με το αν είναι υπάλληλος ή εργάτης, αντίστοιχα.

1ο ημερολογιακό έτος απασχόλησης

Προϋπηρεσία

Ημέρες αδείας

5νθήμερο

6ήμερο

προϋπηρεσία < 12 ετών

(20/12) x μήνες απασχόλησης

(24/12) x μήνες απασχόλησης

προϋπηρεσία > 12 ετών &< 25 ετών

(25/12) x μήνες απασχόλησης

(30/12) x μήνες απασχόλησης

προϋπηρεσία > 25 ετών

(26/12) x μήνες απασχόλησης

(31/12) x μήνες απασχόλησης

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Πέτρου που αμείβεται με μηνιαίο μισθό, προσλήφθηκε στις 16.6.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και με μικτό μηνιαίο μισθό 900,00 ευρώ. Επισημαίνεται ότι η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός καθ΄ όλο το διάστημα από την πρόσληψή του έως την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Το διάστημα απασχόλησης από 16.6.2016 έως 31.12.2016 είναι ίσο με έξι (6) μήνες και το 1/2 του μήνα ήτοι 6,50 μήνες.

Α1. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (20/12) x 6,50=10,83 ημέρες, ήτοι 11 ημέρες άδειας.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (10,83/25) x 1,2 x 900,00 = 467,86 €.

Α2. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (25/12) x 6,50=13,54 ημέρες, ήτοι 14 ημέρες άδεια.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (13,54/25) x 1,2 x 900,00 = 584,93€

Α3. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (26/12) x 6,50 = 14,08 ημέρες, ήτοι 14 ημέρες άδεια.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (14,08/25) x 1,2 x 900,00 = 608,26 €

Β. Επίδομα αδείας Πέτρου

Το επίδομα αδείας ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού του. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω μισθωτός, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 6,50 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται σε κάθε περίπτωση επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 450,00 €.

Σημείωση:

Οι ημέρες άδειας που δικαιούνται οι μισθωτοί στρογγυλοποιούνται. Αντίθετα οι αποδοχές αδείας υπολογίζονται κανονικά χωρίς στρογγυλοποίηση.

Για παράδειγμα, οι 10, 83 ημέρες άδειας στρογγυλοποιούνται σε 11, οι αποδοχές αδείας όμως υπολογίζονται στα (10, 83/25) x 1, 2 x Μικτό μισθό.

Οι αποδοχές αδείας πολλαπλασιάζονται επί (x) 1,2 γιατί με τον τρόπο αυτό γίνεται αναγωγή της πενθήμερης σε εξαήμερη απασχόληση.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου, προσλήφθηκε στις 13.3.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και με μικτό ημερομίσθιο 36,00 ευρώ. Επισημαίνεται ότι η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός καθ΄ όλο το διάστημα από την πρόσληψή του έως την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Το διάστημα απασχόλησης από 13.3.2016 έως 31.12.2016 είναι ίσο με εννέα (9) μήνες και τα 18/30 του μήνα ήτοι 9,6 μήνες.

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (20/12) x 9,60 = 16 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 16 x 1,2 x 36,00 = 691,20 €.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (25/12) x 9,60 = 20 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 20 x 1,2 x 36,00 = 864,00 €

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (26/12) x 9,60 = 20,80 ημέρες, ήτοι 21 ημέρες άδειας.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 20,80 x 1,2 x 36,00 = 898,56 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Το επίδομα άδειας ισούται με δυο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 13 ημερομίσθια.

Κατά συνέπεια, ο ημερομίσθιος αυτός, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 9,6 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με 13 ημερομίσθια = 13 x 36,00= 468 €.

3. Χορήγηση άδειας στο δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησης

Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει την ετήσια κανονική άδεια, η οποία αναλογεί στον χρόνο απασχόλησής του στην υπόχρεη επιχείρηση και υπολογίζεται κατ΄ αναλογία του χρόνου υπηρεσίας του, στην περίπτωση που η σχέση εργασίας διακόπτεται εντός του ημερολογιακού αυτού έτους. Η άδεια αυτή επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του πρώτου ήτοι προκειμένου για το δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησης οι εργάσιμες ημέρες αδείας ορίζονται σε είκοσι έξι (26) σε περίπτωση εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή σε είκοσι δύο (21) ημέρες αν στην επιχείρηση εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας υπό την προϋπόθεση η εργασιακή σχέση να παραμείνει ενεργός καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος.

Όταν η εργασιακή σχέση διαρκεί καθ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος το σύνολο των ημερών αδείας που δικαιούται ένας μισθωτός ανέρχεται σε:

• 21 εργάσιμες ημέρες όταν ο μισθωτός έχει προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών,

• 25 εργάσιμες ημέρες όταν ο μισθωτός έχει προϋπηρεσία > των 12 & < των 25 ετών,

• 26 εργάσιμες ημέρες όταν ο μισθωτός έχει προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 25 ετών.

2ο ημερολογιακό έτος απασχόλησης – Ενεργός σχέση εργασίας

Προϋπηρεσία

Ημέρες αδείας

5νθήμερο

6ήμερο

προϋπηρεσία < 12 ετών

21 ημέρες

25 ημέρες

προϋπηρεσία > 12 ετών &< 25 ετών

25 ημέρες

30 ημέρες

προϋπηρεσία > 25 ετών

26 ημέρες

31 ημέρες

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Γεωργίου που εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μηνιαίο μισθό ύψους 900,00 ευρώ, απασχολείται καθ΄ όλο το δεύτερο, από της πρόσληψής του, ημερολογιακό έτος.

Α1. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 21 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (21/25) x 1,2 x 900,00 = 907,20 €

Α2. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 12 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 25 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (25/25) x 1,2 x 900,00= 1.080,00 €.

Α3. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 25 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 26 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (26/25) x 1,2 x 900,00 = 1.123,20 €.

Β. Επίδομα αδείας Γεωργίου

Ο ανωτέρω μισθωτός, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος δικαιούται σε κάθε περίπτωση επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 450,00 €.

Σημείωση:

Οι αποδοχές αδείας πολλαπλασιάζονται επί (x) 1,2 γιατί με τον τρόπο αυτό γίνεται αναγωγή της πενθήμερης σε εξαήμερη απασχόληση.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου που εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μικτό ημερομίσθιο 33,00 ευρώ, απασχολείται καθ΄ όλο το δεύτερο, από της πρόσληψης του, ημερολογιακό έτος.

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών).

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 21 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 21 x 1,2 x 33,00 = 831,60 €.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 25 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 25 x 1,2 x 33,00 = 990,00 €.

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 26 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 26 x 1,2 x 33,00 = 1.029,60 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Ο ανωτέρω μισθωτός, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος δικαιούται σε κάθε περίπτωση επίδομα άδειας ίσο με το 13 ημερομίσθια του ήτοι 13 x 33,00 = 429,00 €.

Σημείωση:

Οι αποδοχές αδείας πολλαπλασιάζονται επί (x) 1,2 γιατί με τον τρόπο αυτό γίνεται αναγωγή της πενθήμερης σε εξαήμερη απασχόληση.

4. Χορήγηση άδειας στο τρίτο κ.λπ. ημερολογιακά έτη απασχόλησης

Η ένταξη του μισθωτού στο τρίτο καθώς και στα επόμενα του τρίτου ημερολογιακά έτη υπηρεσίας υπό τη σκέπη του ίδιου εργοδότη, του παρέχει το δικαίωμα να λαμβάνει την κανονική του άδεια από την 1η Ιανουαρίου κάθε χρόνου.

Επισημαίνεται ότι κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος καθώς και τα επόμενα, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού. Οι εργάσιμες ημέρες άδειας ανέρχονται:

• Σε είκοσι δύο (22) ημέρες επί πενθημέρου και σε είκοσι έξι (26) επί εξαημέρου, αν ο μισθωτός δεν έχει συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή έχει προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη.

• Σε είκοσι πέντε (25) ημέρες επί πενθημέρου και σε τριάντα (30) επί εξαημέρου, αν ο μισθωτός έχει συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη.

• Σε είκοσι έξι (26) ημέρες επί πενθημέρου και σε τριάντα (31) επί εξαημέρου, μετά τη συμπλήρωση από το μισθωτό 25 ετών υπηρεσίας στον ίδιο ή σε οποιοδήποτε εργοδότη.

΄Αδεια 3ου & πλέον ημερολογιακών ετών

Προϋπηρεσία

Ημέρες αδείας

Πενθήμερο

Εξαήμερο

< των 12 ετών. Μη συμπληρωμένα 2 εργασιακά έτη

21

25

< 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή < των 12 ετών ανεξαρτήτως εργοδότη. Συμπληρωμένα 2 εργασιακά έτη

22

26

> των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή > των 12 ετών ανεξαρτήτως εργοδότη & < των 25 ετών

25

30

> των 25 ετών

26

31

Επιπρόσθετα, δικαιούται στο ακέραιο το ποσό του επιδόματος άδειας (1/2 μισθό ή 13 ημερομίσθια) είτε η σχέση εργασίας του διαρκέσει καθ΄ όλο το έτος είτε διακοπεί.

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Πέτρου εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μηνιαίο μισθό ύψους 762,00 ευρώ.

Α1. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη < των 10 ετών).

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου, ανέρχεται εν προκειμένω σε 22 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με ( 22/25) x 1,2 x 762,00 = 804,67 €.

Α2. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών ή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη > των 10 ετών & < 25 ετών.

Το σύνολο των ημερών αδείας του εργαζόμενου, ανέρχεται εν προκειμένω σε 25 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (25/25) x 1,2 x 762,00 = 914,40 €.

Α3. Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος με συνολική προϋπηρεσία > 25 ετών.

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 25 ετών, ανέρχεται εν προκειμένω σε 26 εργάσιμες ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (26/25) x 1,2 x 762,00 = 950,98 €.

Β. Επίδομα αδείας Πέτρου

Ο ανωτέρω μισθωτός, δικαιούται σε κάθε περίπτωση επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 381,00 €.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μικτό ημερομίσθιο 39,00 ευρώ,

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη < των 10 ετών).

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 22 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 22 x 1,2 x 39,00 = 1.029,60 €.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών ή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη >των 10 ετών & < 25 ετών.

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 25 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 25 x 1,2 x 39,00 = 1.170,00 €.

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 26 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 26 x 1,2 x 39,00 = 1.216,80 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Ο ανωτέρω μισθωτός, δικαιούται σε κάθε περίπτωση επίδομα άδειας ίσο με το 13 ημερομίσθια του ήτοι 13 x 39,00 =507,00 €.

5. Το καθεστώς χορήγησης τμηματικής άδειας στους μισθωτούς

5α. Τμηματική άδεια κατά τη διάρκεια του 1ου ημερολογιακού έτους απασχόλησης

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν 3144/2003 , παρέχεται στο μισθωτό η δυνατότητα να λαμβάνει τμηματικά την άδεια αναψυχής κατ΄ αναλογία του χρόνου υπηρεσίας του στον εργοδότη κατά τον πρώτο χρόνο εργασίας του στην επιχείρηση.

Με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν 3302/28 .12.2004 η δυνατότητα χορήγησης τμηματικής άδειας επεκτάθηκε πέραν του πρώτου ημερολογιακού έτους και κατά το δεύτερο ημερολογιακό, από της προσλήψεως, έτος του μισθωτού.

Η αναλογία αυτή του χρόνου υπηρεσίας με βάση την οποία ο μισθωτός δικαιούται άδεια τμηματικά, είναι δύο (2) ημέρες κατά μήνα εργασίας.

Η τμηματική άδεια συνεπώς, χορηγείται αποκλειστικά και μόνο κατά το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος υπηρεσίας του μισθωτού.

Επισημαίνεται ότι ο εργοδότης, με δεδομένο ότι δεν έχει τη βεβαιότητα ότι η σχέση εργασίας του νεοπροσληφθέντος μισθωτού του θα έχει διάρκεια καθ΄ όλο το διάστημα από την ημέρα της πρόσληψής του και μέχρι τη συμπλήρωση του δεύτερου ημερολογιακού έτους υπηρεσίας στην επιχείρησή του, έχει τη δυνατότητα, αντί να χορηγεί άπαξ το σύνολο των ημερών της ετήσιας άδειας κατά τη διάρκεια των περιόδων αυτών (1ο και 2ο ημερολογιακό έτος απασχόλησης), να χορηγεί την άδεια κατ΄ αναλογία του χρόνου υπηρεσίας του.

Ο εργοδότης υποχρεούται, μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους απασχόλησης εντός του οποίου προσλήφθηκε ο μισθωτός, να χορηγεί σε αυτόν ημέρες άδειας με αποδοχές, κατ΄ αναλογία με τον χρόνο εργασίας που έχει συμπληρώσει.

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Βασιλείου που αμείβεται με μηνιαίο μισθό, προσλήφθηκε στις 11.6.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και με μικτό μηνιαίο μισθό 960,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος ζητά και λαμβάνει τμήματα της άδειας που δικαιούται και ειδικότερα λαμβάνει 5 ημέρες άδεια. Επισημαίνεται ότι η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός καθ΄ όλο το διάστημα από την πρόσληψή του έως την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Το διάστημα απασχόλησης από 11.6.2016 έως 31.12.2016 είναι ίσο με έξι (6) μήνες και τα 2/3 του μήνα ήτοι 6,67 μήνες.

Α1. Ο έμμισθος Βασιλείου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών).

Το σύνολο των ημερών αδείας που δικαιούται ο εργαζόμενος αυτός είναι ίσο με (20/12) x 6,67=11,12 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία παραδείγματος αυτού είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 1,2 x 960,00 = 230,40 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 11,12 – 5 = 6,12 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (11,12/25) x 1,2 x 960,00 = 512,41 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 512,41 – 230,40 = 282,01. €

Α2. Ο έμμισθος Βασιλείου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (25/12) x 6,67 = 13,90 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 1,2 x 960,00 = 230,40 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 13,90 – 5 = 8,90 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (13,90/25) x 1,2 x 960,00 = 640,51 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 640,51 – 230,40 = 410,11 €.

Α3. Ο έμμισθος Βασιλείου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (26/12) x 6,67 = 14,45 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 1,2 x 960,00 = 230,40 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 14,45 – 5 = 9,45 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (14,45/25) x 1,2 x 960,00 = 665,86 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 665,86 – 230,40 = 435,46 €.

Β. Επίδομα αδείας Βασιλείου

Το επίδομα άδειας ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού του. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω μισθωτός, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 6,67 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 480,00 €.

Σημείωση:

Οι ημέρες άδειας που δικαιούνται οι μισθωτοί στρογγυλοποιούνται. Αντίθετα οι αποδοχές αδείας υπολογίζονται κανονικά χωρίς στρογγυλοποίηση.

Για παράδειγμα, οι 11,12 ημέρες άδειας στρογγυλοποιούνται σε 11, οι αποδοχές αδείας όμως υπολογίζονται στα (11,12/25) x 1,2 x Μικτό μισθό.

Οι αποδοχές αδείας πολλαπλασιάζονται επί (x) 1,2 γιατί με τον τρόπο αυτό γίνεται αναγωγή της πενθήμερης σε εξαήμερη απασχόληση.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου που αμείβεται με ημερομίσθιο, προσλήφθηκε στις 13.5.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και με μικτό ημερομίσθιο 30,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος ζητά και λαμβάνει τμήματα της άδειας που δικαιούται και ειδικότερα λαμβάνει 9 ημέρες άδεια. Επισημαίνεται ότι η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός καθ΄ όλο το διάστημα από την πρόσληψή του έως την 31η Δεκεμβρίου 2016.

Το διάστημα απασχόλησης από 13.5.2016 έως 31.12.2016 είναι ίσο με 7,60 μήνες.

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία < των 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (20/12) x 7,60 = 12,667 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης ανέρχονται σε εννέα (9).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 9 x 1,2 x 30,00 = 324,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 12,667 – 9 =3,667 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 12,667 x 1,2 x 30,00 = 456,01 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 456,01 – 324,00 = 132,01€.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (25/12) x 7,60=15,83 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι εννέα (9).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 9 x 1,2 x 30,00 = 324,00€.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 15,83 – 9 = 6,83 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 15,83 x 1,2 x 30,00 = 569,88 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 569,88 – 324,00 = 245,88 €.

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με (26/12) x 7,60 =16,466 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι εννέα (9).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 9 x 1,2 x 30,00 = 324,00€.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 16,466 – 9 = 7,466 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 16,466 x 1,2 x 30,00 = 592,78 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 592,78 – 324,00 = 268,78 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Το επίδομα άδειας ισούται με δυο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 13 ημερομίσθια.

Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω ημερομίσθιος, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 7,60 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με 13 ημερομίσθια ήτοι 13 x 30,00= 390,00 €.

5β. Τμηματική άδεια κατά τη διάρκεια του 2ου ημερολογιακού έτους απασχόλησης

Η δυνατότητα χορήγησης τμηματικής άδειας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του Ν 3144/2003 επεκτάθηκε πέραν του πρώτου ημερολογιακού έτους και κατά το δεύτερο ημερολογιακό, από της προσλήψεως, έτος του μισθωτού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν 3302/28 .12.2004.

Η αναλογία αυτή του χρόνου υπηρεσίας με βάση την οποία ο μισθωτός δικαιούται άδεια τμηματικά, είναι δύο (2) ημέρες κατά μήνα εργασίας.

Η τμηματική άδεια συνεπώς, χορηγείται αποκλειστικά και μόνο κατά το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος υπηρεσίας του μισθωτού.

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Ιωάννου που εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί εξαήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μηνιαίο μισθό ύψους 860,00 ευρώ, απασχολείται καθ΄ όλο το δεύτερο, από της πρόσληψης του, ημερολογιακό έτος. Ο εν λόγω εργαζόμενος ζητά και λαμβάνει τμήματα της άδειας που δικαιούται κατά το 2ο αυτό έτος και ειδικότερα λαμβάνει 5 ημέρες άδεια.

Α1. Ο έμμισθος Ιωάννου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 25 εργάσιμες ημέρες

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 860,00 = 172,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 25 – 5 = 20 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (25/25) x 860,00 = 860,00 €

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 860,00 – 172,00 = 688,00 €

Α2. Ο έμμισθος Ιωάννου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 12 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 30 εργάσιμες ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 860,00 = 172,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 30 – 5 = 25 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (30/25) x 860,00 = 1.032,00 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 1.032,00 – 172,00 = 860,00 €

Α3. Ο έμμισθος Ιωάννου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 25 ετών, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος, ανέρχεται σε 31 εργάσιμες ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι πέντε (5).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με (5/25) x 860,00 = 172,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 31 – 5 = 26 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με (31/25) x 860,00 = 1.066,40 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 1.066,40 – 172,00 = 894,40 €.

Β. Επίδομα αδείας Ιωάννου

Ο ανωτέρω μισθωτός, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 430,00 €.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου που εργάζεται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί εξαήμερο εβδομαδιαίως και αμείβεται με μικτό ημερομίσθιο 36,00 ευρώ, απασχολείται καθ΄ όλο το δεύτερο, από της πρόσληψης του, ημερολογιακό έτος. Ο εν λόγω εργαζόμενος ζητά και λαμβάνει τμήματα της άδειας που δικαιούται και ειδικότερα λαμβάνει 11 ημέρες άδεια.

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < των 12 ετών)

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 25 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης έντεκα (11).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 11 x x 36,00 = 396,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 25 – 11 =14 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 25 x 36,00 = 900,00 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 900,00 – 396,00 = 504,00 €.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 30 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης έντεκα (11).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 11 x 36,00 = 396,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 30 – 11 = 19 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 30 x 36,00 = 1.080,00 €.

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 1.080,00 – 396,00 €. = 684,00 €.

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Το σύνολο των ημερών αδείας είναι ίσο με 31 ημέρες.

Οι χορηγηθείσες ημέρες αδείας με βάση τα στοιχεία της άσκησης είναι έντεκα (11).

Οι αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις χορηγηθείσες ημέρες αδείας είναι ίσες με 11 x 36,00 = 396,00 €.

Το υπόλοιπο των ημερών αδείας είναι ίσο με 31 – 11 = 20 ημέρες.

Το σύνολο των αποδοχών αδείας είναι ίσο με 31 x 36,00 = 1.116,00 €

Οι Αποδοχές αδείας που αντιστοιχούν στις υπό χορήγηση ημέρες αδείας είναι ίσες με 1.116,00 – 396,00 = 720,00 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Ο ανωτέρω μισθωτός, με δεδομένο ότι η εργασιακή σχέση διήρκεσε καθ΄ όλο το 2ο ημερολογιακό έτος δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με το 13 ημερομίσθια του ήτοι 13 x 36 = 468,00 €.

6. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 1ο ημερολογιακό έτος

Από την ημερομηνία ισχύος του Ν 3302/2004 ήτοι από 28.12.2004 και εντεύθεν, αν ο μισθωτός διανύει το πρώτο ή το δεύτερο ημερολογιακό έτος υπηρεσίας του, εξετάζεται αν δικαιούται να λάβει τμήμα των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας, ανάλογα με το αν έχει κάνει χρήση ή μη τμηματικής άδειας.

6α. Αποζημίωση άδειας και επίδομα άδειας επί λύσης της εργασιακής σχέσης

Κατά τη λύση της εργασιακής σχέσης η αξίωση για λήψη αδείας μετατρέπεται σε χρηματική αξία.

Οι έμμισθοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του πρώτου ημερολογιακού έτους απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 1ου ημερολογιακού έτους εμμίσθων

Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών

(24/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 12 & < των 25 ετών

(30/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 25 ετών

(31/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Οι ημερομίσθιοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του πρώτου ημερολογιακού έτους απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 1ου ημερολογιακού έτους ημερομισθίων

Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών

24 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης /12

Προϋπηρεσία > των 12 & < των 25 ετών

30 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης /12

Προϋπηρεσία > των 25 ετών

31 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης /12

Επισημαίνεται ότι επί λύσης της σχέσης εργασίας δεν γίνεται διάκριση αν ο μισθωτός απασχολείται επί 6ήμερον ή επί 5νθήμερον.

Ο υπολογισμός της αποζημίωσης αδείας αν οφείλεται, γίνεται επί τη βάσει του 6ημέρου.

Επίσης την ίδια αποζημίωση αδείας δικαιούνται και οι εργαζόμενοι που η σχέση εργασίας τους λύνεται κατά τη διάρκεια του δευτέρου ημερολογιακού έτους με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν συμπληρώσει υπηρεσία ενός εργασιακού έτους και πλέον στον τελευταίο εργοδότη.

Οι ανωτέρω μισθωτοί, δικαιούνται να λάβουν εκτός της αποζημίωσης άδειας και επίδομα άδειας.

Το επίδομα άδειας εν προκειμένω ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου τους μισθού ή τα δύο (2) ημερομίσθια, για κάθε μήνα απασχόλησής τους, σε κάθε ημερολογιακό έτος με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού τους ή τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια.

Για απασχόληση μικρότερη από ένα (1) μήνα, ως αποζημίωση άδειας και επίδομα άδειας καταβάλλεται ανάλογο κλάσμα.

Τα παραπάνω ισχύουν τόσο για τους εργαζόμενους εκείνους που απασχολούνται συνολικά για χρονικό διάστημα μικρότερο του μήνα (συνεπώς και μία ημέρα μόνο), όσο και για όσους απασχολήθηκαν ολόκληρο το μήνα ή ολόκληρους μήνες και μερικές ημέρες ως προς το μικρότερο του μήνα χρονικό διάστημα απασχόλησής τους.

Κατωτέρω ακολουθεί αναλυτικός πίνακας δικαιούμενης αποζημίωσης άδειας, καθώς και επιδόματος άδειας μισθωτών των οποίων η σχέση εργασίας λύθηκε εντός του πρώτου ημερολογιακού έτους απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη, καθώς και εντός του δευτέρου ημερολογιακού έτους, με την προϋπόθεση ότι οι μισθωτοί δεν είχαν συμπληρώσει ένα εργασιακό έτος.

Πίνακας δικαιούμενης αποζημίωσης αδείας & επιδόματος αδείας των ευκαιριακά απασχολούμενων ή απολυόμενων προ της συμπλήρωσης έτους μισθωτών, με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών

Χρόνος Υπηρεσίας

Αποδοχές αδείας

Επίδομα αδείας

Έμμισθων

Ημερομισθίων

Έμμισθων

Ημερομισθίων

1 μήνας

2/25 μηνιαίου μισθού

2 ημερομίσθια

2/25 μηνιαίου μισθού

2 ημερομίσθια

2 μήνες

4/25 μηνιαίου μισθού

4 ημερομίσθια

4/25 μηνιαίου μισθού

4 ημερομίσθια

3 μήνες

6/25 μηνιαίου μισθού

6 ημερομίσθια

6/25 μηνιαίου μισθού

6 ημερομίσθια

4 μήνες

8/25 μηνιαίου μισθού

8 ημερομίσθια

8/25 μηνιαίου μισθού

8 ημερομίσθια

5 μήνες

10/25 μηνιαίου μισθού

10 ημερομίσθια

10/25 μηνιαίου μισθού

10 ημερομίσθια

6 μήνες

12/25 μηνιαίου μισθού

12 ημερομίσθια

12/25 μηνιαίου μισθού

12 ημερομίσθια

7 μήνες

14/25 μηνιαίου μισθού

14 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

8 μήνες

16/25 μηνιαίου μισθού

16 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

9 μήνες

18/25 μηνιαίου μισθού

18 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

10 μήνες

20/25 μηνιαίου μισθού

20 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

11 μήνες

22/25 μηνιαίου μισθού

22 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

12 μήνες

24/25 μηνιαίου μισθού

24 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

6β. Αποζημίωση άδειας και επίδομα άδειας μισθωτών με προϋπηρεσία < των 12 ετών που αποχωρούν ή απολύονται προ της συμπλήρωσης μηνός

Οι μισθωτοί, με προϋπηρεσία μικρότερη των δώδεκα (12) ετών σε περίπτωση που λύεται η εργασιακή τους σχέση προ της συμπλήρωσης του πρώτου ημερολογιακού έτους και εφόσον δεν έλαβαν τμηματικά την άδεια αναψυχής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν 3144/2003 , δικαιούνται από τον εργοδότη που τους απασχολούσε ως αποζημίωση άδειας δύο (2) ημερομίσθια ή τα 2/25 του μηνιαίου μισθού τους για κάθε μήνα απασχόλησης.

Επίσης, δικαιούνται ως επίδομα άδειας δύο (2) ημερομίσθια ή τα 2/25 του μηνιαίου μισθού τους για κάθε μήνα απασχόλησής τους, με τον περιορισμό ότι το επίδομα άδειας δεν μπορεί να ξεπεράσει τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια ή το 1/2 του μηνιαίου μισθού τους.

Στην περίπτωση που απασχολούνται για χρονικό διάστημα μικρότερο του μήνα, οι μισθωτοί δικαιούνται ανάλογο κλάσμα.

Ο υπολογισμός του κλάσματος αποζημίωσης άδειας ή επιδόματος άδειας που δικαιούνται οι μισθωτοί που αποχωρούν ή απολύονται προ της συμπλήρωσης μήνα γίνεται ως εξής:

Παράδειγμα 1ο

Μισθωτός απασχολήθηκε σε επιχείρηση από τις 5.6.2016 έως και τις 30.6.2016, με μηνιαίο μισθό 900,00 ευρώ.

Το ποσό της αποζημίωσης άδειας και του επιδόματος άδειας προσδιορίζεται ως εξής:

2/25 x 26/30 = 0,06933 ή, σε ποσοστιαία αντιστοιχία, δικαιούται το 6,933% του μηνιαίου του μισθού ως αποζημίωση άδειας.

΄Αρα αποζημίωση άδειας = 900,00 ευρώ x 6,933% = 62,40 ευρώ.

Ανάλογο ποσό δικαιούται και ως επίδομα άδειας.

Συνεπώς σύνολο αποζημίωσης άδειας και επιδόματος άδειας = 124,80 ευρώ.

Παράδειγμα 2ο

Εργάτης ημερομίσθιος απασχολήθηκε σε επιχείρηση από τις 1.11.2016 έως τις 10.11.2016, με ημερομίσθιο 40,00 ευρώ. Το ποσό της αποζημίωσης άδειας και του επιδόματος άδειας που δικαιούται ο ως άνω μισθωτός προσδιορίζεται ως εξής:

Aποζημίωση άδειας = 40,00 ευρώ x 73,333% = 29,33 ευρώ.

Ανάλογο ποσό δικαιούται και ως επίδομα άδειας.

΄Αρα σύνολο αποζημίωσης άδειας και επιδόματος άδειας = 58,66 ευρώ.

Κατωτέρω παρατίθεται πίνακας υπολογισμού της αποζημίωσης άδειας και του επιδόματος άδειας των μισθωτών που η σχέση εργασίας τους διακόπτεται προ της συμπλήρωσης ενός (1) μηνός. Ως δεδομένο στοιχείο για τη σύνταξη του πίνακα έχει εκληφθεί ότι ο μήνας περιλαμβάνει τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες.

Πίνακας αποζημίωσης αδείας & επιδόματος αδείας μισθωτών που διακόπτεται η εργασιακή τους σχέση προ της συμπληρώσεως μηνός & με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών

Ημέρες εργασίας

Ποσοστιαία αναλογία αποζημίωσης αδείας ή επιδόματος αδείας

Εργατοτεχνιτών (επί του ημερομισθίου)

Υπαλλήλων (επί του μηνιαίου μισθού)

1

6,667%

0,267%

2

13,333%

0,533%

3

20%

0,80%

4

26,667%

1,067%

5

33,333%

1,333%

6

40%

1,60%

7

46,667%

1,867%

8

53,333%

2,133%

9

60%

2,40%

10

66,667%

2,667%

11

73,333%

2,933%

12

80%

3,20%

13

86,667%

3,467%

14

93,333%

3,733%

15

100%

4%

16

106,667%

4,267%

17

113,333%

4,533%

18

120%

4,80%

19

126,667%

5,067%

20

133,333%

5,333%

21

140%

5,60%

22

146,667%

5,867%

23

153,333%

6,133%

24

160%

6,40%

25

166,667%

6,667%

26

173,333%

6,933%

27

180%

7,20%

28

186,667%

7,467%

29

193,333%

7,733%

30

200%

8%

Παράδειγμα 3ο

Ο μισθωτός Παναγιώτου αμείβεται με μηνιαίο μισθό, 760,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος προσλήφθηκε στις 11.3.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αποχώρησε από την εργασία του στις 30.9.2016. Στον εν λόγω μισθωτό για όσο διάστημα η σχέση εργασίας ήταν ενεργός δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας.

Το διάστημα απασχόλησης από 11.3.2016 έως 30.9.2016 είναι ίσο με έξι (6) μήνες και τα 2/3 του μήνα ήτοι 6,67 μήνες.

Α1. Ο έμμισθος Παναγιώτου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < 12 ετών)

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (24/25) x (6, 67/12) x 760,00 = 405, 54 €

Α2. Ο έμμισθος Παναγιώτου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (30/25) x (6, 67/12) x 760,00 = 506,93 €.

Α3. Ο έμμισθος Παναγιώτου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (31/25) x (6,67/12) x 760, 00 = 523,82 €.

Β. Επίδομα αδείας Παναγιώτου

Το επίδομα άδειας ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού του. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω μισθωτός, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 6,67 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 380, 00 €.

Παράδειγμα 4ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου αμείβεται με ημερομίσθιο 33,50 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος προσλήφθηκε στις 13.2.2016 με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως και αποχώρησε από την εργασία του στις 17.10.2016. Στον εν λόγω μισθωτό για όσο διάστημα η σχέση εργασίας ήταν ενεργός δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας. Το διάστημα απασχόλησης από 13.2.2016 έως 17.10.2016 είναι ίσο με 8 μήνες και τα 5/30 του μήνα ήτοι 8,17 μήνες.

Α1. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος (με προϋπηρεσία < 12 ετών)

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 24 x (8,17/12) x 33,50 = 547,39 €.

Α2. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 30 x (8,17/12) x 33,50 = 684,24 €.

Α3. Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 1ο ημερολογιακό έτος με προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 31 x (8,17/12) x 33,50= 707,05 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Κατά τα οριζόμενα στην παρ. 16 του άρθρου 3 του Ν 4504/1966 , οι μισθωτοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε εργοδότη δικαιούνται κατ΄ έτος και επιδόματος αδείας ίσου προς το σύνολο των αποδοχών αδείας αναπαύσεως, υπό τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός 15νθημέρου για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και των 13 εργάσιμων ημερών για όσους μισθωτούς αμείβονται με ημερομίσθιο. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται μαζί με τις αποδοχές αδείας του μισθωτού.

Ειδικότερα το επίδομα άδειας ισούται με δυο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 13 ημερομίσθια. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω ημερομίσθιος, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 8,17 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με 13 ημερομίσθια ήτοι 435,50 €.

7. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 2ο ημερολογιακό έτος

Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, όπως και κατά το πρώτο, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τμηματικά την άδειά του, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στο δεύτερο αυτό έτος στον οικείο εργοδότη.

Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας του μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο και πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί άδεια.

Κατά τη λύση της εργασιακής σχέσης η αξίωση για λήψη αδείας μετατρέπεται σε χρηματική αξία.

Οι έμμισθοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του δεύτερου ημερολογιακού έτους απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 2ου ημερολογιακού έτους εμμίσθων

Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών. Μη συμπληρωμένο (1) ένα εργασιακό έτος.

(24/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία < των 12 ετών. Συμπληρωμένο (1) ένα εργασιακό έτος

(25/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 12 & < των 25 ετών

(30/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 25 ετών.

(31/25) x μήνες απασχόλησης /12 x μηνιαίος μισθός

Οι ημερομίσθιοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του δεύτερου ημερολογιακού έτους απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 2ου ημερολογιακού έτους ημερομισθίων

Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών. Μη συμπληρωμένο (1) ένα εργασιακό έτος.

24 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης / 12

Προϋπηρεσία < των 12 ετών. Συμπληρωμένο (1) ένα εργασιακό έτος

25 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης / 12

Προϋπηρεσία > των 12 & < των 25 ετών

30 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης / 12

Προϋπηρεσία > των 25 ετών.

31 ημερομίσθια x μήνες απασχόλησης / 12

Επισημαίνεται ότι επί λύσης της σχέσης εργασίας δεν γίνεται διάκριση αν ο μισθωτός απασχολείται επί 6ήμερον ή επί 5νθήμερον.

Ο υπολογισμός της αποζημίωσης αδείας αν οφείλεται, γίνεται επί τη βάσει του 6ημέρου.

Το επίδομα άδειας εν προκειμένω ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου τους μισθού ή τα δύο (2) ημερομίσθια, για κάθε μήνα απασχόλησής τους, στο υπό εξέταση έτος με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού τους ή τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια.

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Πέτρου αμείβεται με μηνιαίο μισθό, 716,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος που διανύει με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως το δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησης, αποχωρεί από την εργασία του στις 30.9.2016. Στον εν λόγω μισθωτό κατά το έτος 2016 και όσο η σχέση εργασίας του ήταν ενεργός, δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας.

Το διάστημα απασχόλησης από 1.1.2016 έως 30.9.2016 είναι ίσο με εννέα (9) μήνες.

Ο έμμισθος Πέτρου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος:

Α1. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και δεν έχει συμπληρώσει ένα (1) εργασιακό έτος κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (24/25) x (9/12) x 716,00 = 515,52 €.

Α2. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και έχει συμπληρώσει ένα (1) εργασιακό έτος κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (25/25) x (9/12) x 716,00 = 537,00 €.

Α3. με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (30/25) x (9/12) x 716,00 = 644,40 €.

Α4. με προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (31/25) x (9/12) x 716,00 = 665,88 €.

Β. Επίδομα αδείας Πέτρου

Το επίδομα άδειας ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου μισθού του για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού του. Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω μισθωτός, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 9 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 358,00 €.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου αμείβεται με ημερομίσθιο 28,80 ευρώ, Ο εν λόγω εργαζόμενος που διανύει με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί εξαήμερο εβδομαδιαίως το δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησης, αποχωρεί από την εργασία του στις 17.10.2016. Στον εν λόγω μισθωτό κατά το έτος 2016 και όσο η σχέση εργασίας του ήταν ενεργός, δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας.

Το διάστημα απασχόλησης από 1.1.2016 έως 17.10.2016 είναι ίσο με 9 μήνες και τα 17/30 του μήνα ήτοι 9,57 μήνες.

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος:

α. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και δεν έχει συμπληρώσει ένα (1) εργασιακό έτος κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 24 x (9,57/12) x 28,80 = 551,23 €.

β. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και έχει συμπληρώσει ένα (1) εργασιακό έτος κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 25 x (9,57/12) x 28,80 = 574,20 €.

γ. έτος με προϋπηρεσία > 12 ετών & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 30 x (9,57/12) x 28,80 = 689,04 €.

δ. με προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 31 x (9,57/12) x 28,80 = 712,01 €.

ε. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Το επίδομα άδειας ισούται με δυο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 13 ημερομίσθια.

Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω ημερομίσθιος, ο οποίος εμφανίζει υπηρεσία 9,57 μηνών στο υπό εξέταση έτος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με 13 ημερομίσθια ήτοι 374,44 €.

8. Λύση της σχέσης εργασίας και άδεια κατά το 3ο και άνω ημερολογιακά έτη

Κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος και για τα επόμενα, οφείλονται αποδοχές πλήρους αδείας και επιδόματος αδείας που αντιπροσωπεύουν αυτές που θα δικαιούταν ο μισθωτός αν έπαιρνε την άδειά του κατά το χρονικό διάστημα της λύσης της σχέσης εργασίας.

Αν ο μισθωτός είναι στο τρίτο, τέταρτο και άνω ημερολογιακά έτη υπηρεσίας, δικαιούται στο σύνολό τους τις αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειας, εφόσον δεν έχει πάρει άδεια εντός του έτους που λύεται η σχέση εργασίας. Συνεπώς, η ένταξη του μισθωτού στο τρίτο καθώς και στα επόμενα του τρίτου ημερολογιακά έτη υπηρεσίας υπό τη σκέπη του ίδιου εργοδότη, του παρέχει το δικαίωμα να λαμβάνει, σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας, το σύνολο της αποζημίωσης άδειας και του επιδόματος άδειας, ανεξάρτητα από την ημερομηνία διακοπής της.

Κατά τη λύση της εργασιακής σχέσης η αξίωση για λήψη αδείας μετατρέπεται σε χρηματική αξία.

Οι έμμισθοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του τρίτου και πέραν του τρίτου ημερολογιακά έτη απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 3ου & πλέον ημερολογιακού έτους έμμισθων

Υπηρεσία – Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη. Μη συμπληρωμένα (2) δυο εργασιακά έτη.

(25/25) x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη. Συμπληρωμένα (2) δυο εργασιακά έτη.

(26/25) x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 12 ή υπηρεσία > των 10 ετών στον τελευταίο εργοδότη & < των 25 ετών

(30/25) x μηνιαίος μισθός

Προϋπηρεσία > των 25 ετών

(31/25) x μηνιαίος μισθός

Οι ημερομίσθιοι των οποίων η σχέση εργασίας λύνεται κατά τη διάρκεια του τρίτου και πέραν του τρίτου ημερολογιακά έτη απασχόλησής τους και πριν από τη λήψη άδειας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση άδειας ανάλογα με το ύψος της προϋπηρεσίας τους ως ακολούθως:

Αποζημίωση αδείας 3ου & πλέον ημερολογιακού έτους ημερομίσθιων

Υπηρεσία – Προϋπηρεσία μισθωτού

Ποσό αποζημίωσης αδείας

Προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη. Μη συμπληρωμένα (2) δυο εργασιακά έτη.

25 ημερομίσθια

Προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη. Συμπληρωμένα (2) δυο εργασιακά έτη.

26 ημερομίσθια

Προϋπηρεσία > των 12 ή υπηρεσία > των 10 ετών στον τελευταίο εργοδότη & < των 25 ετών

30 ημερομίσθια

Προϋπηρεσία > των 25 ετών

31 ημερομίσθια

Επισημαίνεται ότι επί λύσης της σχέσης εργασίας δεν γίνεται διάκριση αν ο μισθωτός απασχολείται επί 6ήμερον ή επί 5νθήμερον.

Ο υπολογισμός της αποζημίωσης αδείας αν οφείλεται, γίνεται επί τη βάσει του 6ημέρου.

Το επίδομα άδειας εν προκειμένω ισούται με τα 2/25 του μηνιαίου τους μισθού ή τα δύο (2) ημερομίσθια, για κάθε μήνα απασχόλησής τους, στο υπό εξέταση έτος με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μισθού τους ή τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια.

Παράδειγμα 1ο

Ο μισθωτός Διονυσίου αμείβεται με μηνιαίο μισθό, 816,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος που διανύει (με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως το τρίτο ημερολογιακό έτος απασχόλησης), αποχωρεί από την εργασία του στις 30.9.2016. Στον εν λόγω μισθωτό κατά το έτος 2016 και όσο η σχέση εργασίας του ήταν ενεργός, δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας.

Ο έμμισθος Διονυσίου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος:

Α1. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και δεν έχει συμπληρώσει δυο (2) εργασιακά έτη κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (25/25) x 816,00 = 816,00 €.

Α2. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη και έχων συμπληρώσει δυο (2) εργασιακά έτη κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (26/25) x 816,00 = 848,64 €.

Α3. Με προϋπηρεσία > 12 ετών ή υπηρεσία > των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (30/25) x 816,00 = 979,20 €.

Α4. Με προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με (31/25) x 816,00 = 1.011,84 €.

Β. Επίδομα αδείας Διονυσίου

Το επίδομα άδειας, που δικαιούται ο ανωτέρω μισθωτός σε κάθε περίπτωση, είναι ίσο με το 1/2 του μηνιαίου μισθού του ήτοι 408,00 €.

Παράδειγμα 2ο

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου αμείβεται με ημερομίσθιο 38,00 ευρώ. Ο εν λόγω εργαζόμενος που διανύει με καθεστώς πλήρους απασχόλησης επί πενθήμερο εβδομαδιαίως το τρίτο και πλέον ημερολογιακό έτος απασχόλησης, αποχωρεί από την εργασία του στις 30.9.2016. Στον εν λόγω μισθωτό κατά το έτος 2016 και όσο η σχέση εργασίας του ήταν ενεργός, δεν χορηγήθηκαν ημέρες αδείας.

Ο ημερομίσθιος Δημητρίου διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος:

Α1. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών και δεν έχει συμπληρώσει δυο (2) εργασιακά έτη κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 25 x 38,00 = 950,00 €.

Α2. Με προϋπηρεσία < των 12 ετών ή υπηρεσία < των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη και έχων συμπληρώσει δυο (2) εργασιακά έτη κατά τη λύση της σχέσης εργασίας.

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 26 x 38,00 = 988,00 €.

Α3. Με συνολική προϋπηρεσία > 12 ετών ή υπηρεσία > των 10 ετών στον ίδιο εργοδότη & < 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 30 x 38,00 = 1.140,00 €.

Α4. με συνολική προϋπηρεσία > 25 ετών

Η αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι ίση με 31 x 38,00 = 1.178,00 €.

Β. Επίδομα αδείας Δημητρίου

Το επίδομα άδειας ισούται με δυο (2) ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησής του, με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το 13 ημερομίσθια.

Κατά συνέπεια, ο ανωτέρω ημερομίσθιος, δικαιούται επίδομα άδειας ίσο με 13 ημερομίσθια ήτοι 494,00 €.

9. Αποδοχές και επίδομα αδείας

9α. Αποδοχές άδειας

Οι μισθωτοί δικαιούνται αποδοχών άδειας για το διάστημα κατά το οποίο τελούν σε κανονική άδεια. Οι αποδοχές αυτές είναι ίσες με τις συνήθως καταβαλλόμενες αποδοχές τους, εκείνες δηλαδή τις αποδοχές που θα ελάμβαναν εάν εργάζονταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο στον οποίο κάνουν χρήση της δικαιούμενης άδειάς τους.

Αναλυτικότερα, ως αποδοχές άδειας οι μεν εργατοτεχνίτες που αμείβονται με ημερομίσθιο δικαιούνται τόσα ημερομίσθια όσα αντιστοιχούν στις ημέρες άδειάς τους, οι δε υπάλληλοι που αμείβονται με μηνιαίο μισθό δικαιούνται τις αποδοχές που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα της άδειάς τους. Όσον αφορά τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό που δικαιούνται να λάβουν, λόγω του χρόνου υπηρεσίας τους, 26 ημέρες άδεια (υπό εξαήμερη απασχόληση και εφόσον οι 26 ημέρες περιλαμβάνονται στον ίδιο μήνα), οι αποδοχές άδειας είναι ίσες με έναν (1) μηνιαίο μισθό και όχι με 26/25 του μισθού.

Επίσης, αναφέρεται ότι οι εργατοτεχνίτες ημερομίσθιοι που απασχολούνται επί πενθήμερο εβδομαδιαίως, δικαιούνται για το ίδιο χρονικό διάστημα (εβδομάδα) ως αποδοχές άδειας (στην περίπτωση που τελούν εν αδεία) έξι (6) ημερομίσθια, όπως άλλωστε και οι επί εξαήμερο απασχολούμενοι ημερομίσθιοι.

9β. Επίδομα αδείας

Οι μισθωτοί, εκτός των αποδοχών άδειας, δικαιούνται και επίδομα άδειας με βάση το άρθρο 3 του Ν 4504/1966 .

Το επίδομα αδείας υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο με αυτόν που υπολογίζονται οι αποδοχές άδειας των μισθωτών, με τον περιορισμό όμως ότι το επίδομα άδειας δεν μπορεί να ξεπεράσει το 1/2 του μηνιαίου μισθού, όσον αφορά τους υπαλλήλους και τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια, όσον αφορά τους εργατοτεχνίτες – ημερομίσθιους.

Για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, ανεξάρτητα αν απασχολούνται επί πενθήμερο ή εξαήμερο εβδομαδιαίως, το ημερομίσθιο του επιδόματος άδειας ισούται με το 1/6 της εβδομαδιαίας αμοιβής τους και τούτο διότι και οι ημερομίσθιοι που εργάζονται επί πενθήμερο δικαιούνται, όπως άλλωστε και οι επί εξαήμερο απασχολούμενοι, ως αμοιβή έξι (6) ημερομίσθια την εβδομάδα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. 16 του άρθρου 3 του Ν 4504/1966 , οι μισθωτοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε εργοδότη δικαιούνται κατ΄ έτος και επιδόματος αδείας ίσου προς το σύνολο των αποδοχών αδείας αναπαύσεως, υπό τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός 15νθημέρου για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και των 13 εργάσιμων ημερών για όσους μισθωτούς αμείβονται με ημερομίσθιο. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται μαζί με τις αποδοχές αδείας του μισθωτού.

Το επίδομα αδείας καταβάλλεται στο ακέραιο στο δικαιούχο μισθωτό απαγορευόμενης προς τούτο της κατάτμησής του, με εξαίρεση την περίπτωση όπου χορηγείται τμηματική άδεια στον εργαζόμενο κατά το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος απασχόλησής του, οπότε και το επίδομα άδειας χορηγείται κατ΄ αναλογία. Επίσης, τονίζεται ότι, το επίδομα άδειας προκαταβάλλεται στο μισθωτό μαζί με τις αποδοχές άδειας κατά την έναρξη της άδειάς του.

Η αξίωση ενός μισθωτού έναντι του οφειλομένου σ΄ αυτόν επιδόματος άδειας παραγράφεται μετά από παρέλευση πενταετίας. Το επίδομα άδειας δεν διπλασιάζεται σε περίπτωση προσαύξησης κατά 100% των αποδοχών άδειας σε περίπτωση μη χορήγησης της δικαιούμενης άδειας σε μισθωτό.

Το επίδομα αδείας, και μετά την αύξηση των εργάσιμων ημερών άδειας που δικαιούνται οι εργαζόμενοι που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη, σε 30 και 25 προκειμένου για εξαήμερη και πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία αντίστοιχα, εξακολουθεί να υφίσταται τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα 13 ημερομίσθια ή το 1/2 του μηνιαίου μισθού.

Ο ως άνω περιορισμός του επιδόματος άδειας υφίσταται όταν ο εργαζόμενος απασχολείται στον ίδιο εργοδότη με τον οποίο έχει συνάψει μία και μόνη σύμβαση εργασίας. Αν ο εργαζόμενος όμως έχει συνάψει περισσότερες από μία συμβάσεις κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους σε έναν ή και περισσότερους εργοδότες, οι οποίες λύονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού, τότε ο περιορισμός αυτών δεν υφίσταται και ο εργαζόμενος δικαιούται, εάν έχει απασχοληθεί περισσότερο από ένα εξάμηνο στο ίδιο έτος, κατά τα γνωστά, πάνω από 13 ημερομίσθια ή πάνω από το 1/2 μισθό.

Πίνακας αποδοχών άδειας και επιδόματος αδείας μισθωτών πλήρως απασχολούμενων

Έτη υπηρεσίας στην ίδια επιχείρηση

Αποδοχές άδειας

Επίδομα άδειας

Αμειβόμενοι με

Αμειβόμενοι με

Μηνιαίο μισθό

Ημερομίσθιο

Μηνιαίο μισθό

Ημερομίσθιο

1ο ημερολογιακό έτος

Τα 2/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα απασχόλησης από την πρόσληψη μέχρι την 31.12 του έτους αυτού

2 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης από την πρόσληψη μέχρι την 31.12 του έτους αυτού

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μηνιαίο μισθό

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια

2ο έτος – Διακοπή σχέσης εργασίας πριν τη συμπλήρωση 1ου εργασιακού έτους

Τα 2/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα απασχόλησης από 1.1. του επομένου από την πρόσληψη ημερολογιακού έτους μέχρι την ημέρα διακοπής της σχέσης εργασίας

2 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης από 1.1 του επόμενου από την πρόσληψη ημερολογιακού έτους μέχρι την ημέρα διακοπής της σχέσης εργασίας

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μηνιαίο μισθό

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια

2ο έτος – Διακοπή σχέσης εργασίας μετά τη συμπλήρωση 1ου εργασιακού έτους

(μηνιαίος μισθός)/12 x κάθε μήνα απασχόλησης από 1.1. του επομένου από την πρόσληψη ημερολογιακού έτους μέχρι την ημέρα διακοπής της σχέσης εργασίας

25/12 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης από 1.1 του επόμενου από την πρόσληψη ημερολογιακού έτους μέχρι την ημέρα διακοπής της σχέσης εργασίας

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μηνιαίο μισθό

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια

2ο έτος – Ενεργός σχέση εργασίας μέχρι την 31.12

1 μηνιαίος μισθός

25 ημερομίσθια

1/2 του μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

3ο ημερολογιακό έτος

μη συμπλήρωση δύο ετών υπηρεσίας

1 μηνιαίος μισθός

25 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

3ο ημερολογιακό έτος έως 9ο ημερολογιακό έτος

1 μηνιαίος μισθός (ανάλογα με τις εργάσιμες ημέρες ενός μηνός που επί πενθημέρου κυμαίνονται από 20 έως 23 και επί εξαημέρου από 24 έως 27)

26 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13 ημερομίσθια

10ο ημερολογιακό έτος συμπληρωμένο και άνω

30/25 μηνιαίου μισθού

30

1/2 μηνιαίου μισθού

13

1ο και 2ο ημερολογιακό έτος στον τελευταίο εργοδότη όσων έχουν

συνολική προϋπηρεσία 12 ετών

συμπληρωμένων και άνω

30/12 μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα απασχόλησης από την ημέρα της πρόσληψης και για όσο διάστημα διαρκεί η σχέση εργασίας

30/12 ημερομίσθια, ήτοι 2,5 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης από την ημέρα της πρόσληψης και για όσο διάστημα διαρκεί η σχέση εργασίας

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μηνιαίο μισθό

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια

1ο και 2ο ημερολογιακό έτος στον τελευταίο εργοδότη όσων έχουν

συνολική προϋπηρεσία 25 ετών

συμπληρωμένων και άνω

31/12 μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα απασχόλησης από την ημέρα της πρόσληψης και για όσο διάστημα διαρκεί η σχέση εργασίας

31/12 ημερομίσθια, για κάθε μήνα απασχόλησης από την ημέρα της πρόσληψης και για όσο διάστημα διαρκεί η σχέση εργασίας

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μηνιαίο μισθό

Το επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια

3ο και πλέον ημερολογιακό έτος στον τελευταίο εργοδότη όσων έχουν

συνολική προϋπηρεσία 12 ετών συμπληρωμένων έως 25 ετών

30/25 μηνιαίου μισθού

30 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13

3ο και πλέον ημερολογιακό έτος στον τελευταίο εργοδότη όσων έχουν

συνολική προϋπηρεσία 25 ετών συμπληρωμένων και άνω

31/25 μηνιαίου μισθού

31 ημερομίσθια

1/2 μηνιαίου μισθού

13

9γ. Αμοιβές μισθωτών με βάση τις οποίες προσδιορίζονται οι αποδοχές άδειας

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του ΑΝ 539/1945, κατά τη διάρκεια της άδειάς του ο μισθωτός δικαιούται τις «συνήθεις αποδοχές», τις οποίες θα έπαιρνε αν απασχολείτο στην υποκείμενη επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο.

Στην έννοια των ως άνω αποδοχών περιλαμβάνονται και οι παντός είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές, όπως π.χ. το αντίτιμο της τροφής, επιδόματα κ.λπ. Στις αποδοχές άδειας μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται η αμοιβή για τακτική εργασία κατά Κυριακές, εορτές και νύχτα, η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωριακή απασχόληση που θα πραγματοποιούσε ο μισθωτός κατά το διάστημα της άδειάς του αν εργαζόταν, όχι όμως η αναλογία των δώρων εορτών, γιατί οι αποδοχές άδειας σχετίζονται με τις αποδοχές του διαστήματος της άδειας και όχι αορίστως με τις τακτικές αποδοχές. Επίσης, στις αποδοχές άδειας δεν συμπεριλαμβάνεται το επίδομα Ισολογισμού.

Από τη νομολογία τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός, καθώς και κάθε άλλη παροχή, είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από τον εργαζόμενο εργασίας, τακτικά κάθε μήνα ή κατ΄ επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα εντός του έτους. Κατά συνέπεια η αξία της παρεχόμενης τροφής καθώς και η αξία του καθημερινά παρεχόμενου γάλακτος που χορηγούνται υποχρεωτικά στους μισθωτούς τακτικά και αδιάλειπτα, με βάση σχετική διάταξη που εμπεριέχεται στη συλλογική σύμβαση εργασίας που καθορίζει τους όρους αμοιβής και εργασίας τους συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές για τον υπολογισμό των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας. Δεν υπολογίζεται στις αποδοχές άδειας η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή εργασία.

Επίσης, από τη νομολογία στην έννοια των αποδοχών άδειας περιλαμβάνονται όλες οι παροχές που χορηγούνται τακτικά και μόνιμα, με οποιαδήποτε μορφή, είτε σαν αντάλλαγμα της εργασίας, είτε χάριν οικονομικής ενίσχυσης, είτε από το είδος της εργασίας που παρέχεται.

Το επίδομα Ισολογισμού, επειδή δεν εμφανίζει συχνότητα επανάληψης μέσα στο έτος, αλλά παρέχεται μία φορά το χρόνο στους απασχολούμενους με τη σύνταξη του Ισολογισμού, του οποίου η χορήγηση δεν είναι συνδεδεμένη με την προσφορά εργασίας, σε ορισμένα χρονικά διαστήματα μέσα στο έτος, δεν περιλαμβάνεται στην έννοια των τακτικών ή των συνήθων αποδοχών και, ως εκ τούτου, δεν λαμβάνεται υπόψη στις αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειας.

9δ. Πρόσθετη παροχή σε χρήμα (bonus) και αποδοχές άδειας

Οι μισθωτοί, όπως είναι γνωστό, δικαιούνται αποδοχών άδειας για το διάστημα κατά το οποίο τελούν σε κανονική άδεια. Επίσης, οι μισθωτοί, εκτός από τις αποδοχές άδειας, δικαιούνται και επιδόματος άδειας με βάση το άρθρο 3 του Ν 4504/1966 .

Όσον αφορά το πώς προσδιορίζεται το ύψος των αποδοχών άδειας, ο ΑΝ 539/1945 στο άρθρο 3 αυτού ορίζει ότι κατά τη διάρκεια της άδειάς του ο μισθωτός δικαιούται των συνήθων αποδοχών τις οποίες θα ελάμβανε εάν απασχολείτο στην προκειμένη επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο ή των αποδοχών των τυχόν για την περίπτωση αυτή καθορισμένων από ΣΣΕ, στην έννοια των οποίων περιλαμβάνονται με βάση τη ρητή διάταξη του νόμου και οι κάθε είδους πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές.

Με βάση τα ανωτέρω εκτεθέντα, αλλά και με βάση την πάγια νομολογία των Δικαστηρίων, ως τακτικές παροχές, για τον υπολογισμό εν προκειμένω των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας, νοούνται ο καταβαλλόμενος μισθός ή το ημερομίσθιο, οποιεσδήποτε άλλες παροχές σε χρήμα ή σε είδος και γενικώς κάθε παροχή που καταβάλλεται σε σταθερή και μόνιμη βάση για αρκετό χρονικό διάστημα, τακτικά κάθε μήνα ή κατ΄ επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου, ως νόμιμο ή συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας.

Όσον αφορά το εάν οι πρόσθετες παροχές σε χρήμα, οι αποδοχές παραγωγής υπό τη μορφή πριμ ή bonus αποτελούν τακτικές παροχές ή όχι, τονίζεται ότι υπάρχει νομολογιακή διχογνωμία, δηλαδή κατ΄ άλλους θεωρείται ότι αποτελούν τακτική παροχή που συνιστά μισθό, κατ΄ άλλους δεν περιλαμβάνονται στις συνήθεις ή τακτικές παροχές και δεν συνυπολογίζονται στις αποδοχές άδειας.

Την ως άνω θέση παίρνει και το Υπουργείο Εργασίας με το υπ΄ αριθ. 2074/4.10.1995 έγγραφό του.

Από τα ανωτέρω, συνεπώς, συνάγεται ότι ο υπολογισμός ή όχι της πρόσθετης παροχής (αμοιβής) σε χρήμα υπό μορφή bonus στις αποδοχές της άδειας και στο επίδομα της άδειας, ανάγεται στη δικαστική εκτίμηση των συγκεκριμένων στοιχείων, αν και όποτε κληθούν τα Δικαστήρια να αποφασίσουν σχετικώς.

10. Αποδοχές και επίδομα αδείας στη μερική απασχόληση

Ως εργαζόμενος μερικής απασχόλησης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν 3846/2010 νοείται κάθε εργαζόμενος με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, του οποίου οι ώρες εργασίας, υπολογιζόμενες σε ημερήσια, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερη ή μηνιαία βάση είναι λιγότερες από το κανονικό ωράριο εργασίας του συγκρίσιμου εργαζόμενου. Μερική απασχόληση υφίσταται όταν συμφωνείται παροχή εργασίας μικρότερης διάρκειας από την πλήρη. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Συνήθης μορφή μερικής απασχόλησης είναι εκείνη που εμφανίζει μειωμένο σε σχέση με το πλήρες ημερήσιο ωράριο απασχόλησης (π.χ. τετράωρο) επί πενθήμερο ή και εξαήμερο εβδομαδιαία. ΄Αλλες μορφές μερικής απασχόλησης είναι η διαλείπουσα απασχόληση, η εκ περιτροπής απασχόληση κ.λπ.

Οι αποδοχές των μερικώς και των εκ περιτροπής απασχολουμένων δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις νόμιμες αποδοχές των πλήρως απασχολουμένων στην ίδια εργασία και καθορίζονται ειδικότερα ανάλογα με τις ώρες της μερικής απασχόλησης σε σύγκριση με αυτές της πλήρους απασχόλησης.

Ως αποδοχές άδειας οι μερικώς και οι εκ περιτροπής απασχολούμενοι, δικαιούνται τις ανάλογες προς το χρόνο απασχόλησής τους αποδοχές που θα ελάμβαναν αν κατά τον αντίστοιχο χρόνο εργάζονταν για τη διάρκεια της οποίας εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του ΑΝ 539/1945 , όπως ισχύει.

Επίσης, οι μερικώς και οι εκ περιτροπής απασχολούμενοι δικαιούνται επιδόματος άδειας το οποίο υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο με αυτόν που υπολογίζονται οι αποδοχές άδειας, με τον περιορισμό όμως ότι το επίδομα άδειας δεν μπορεί να ξεπεράσει το μισό μισθό ή τα δεκατρία (13) ημερομίσθια.

Παράδειγμα 1o

Υπάλληλος προσελήφθη την 1.3.2016 χωρίς προϋπηρεσία με μερική απασχόληση (4ωρη ημερήσια απασχόληση επί πενθήμερο εβδομαδιαία). Ο μικτός μηνιαίος μισθός σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 962,00 € και δεν έχει πάρει άδεια το 2016. Η σχέση εργασίας παρέμεινε ενεργός μέχρι την 15.9.2016 οπότε και λύθηκε η εργασιακή σχέση.

Αποδοχές αδείας= ;

Επίδομα αδείας= ;

Ωρομίσθιο = 962,00 x 0,006 =5,77 € Ημερομίσθιο 4ώρου = 5,77 x 4 ώρες= 23,08 €.

• Ημέρες αδείας = (20/12) x 6, 5 μήνες = 10,83 = 11 ημέρες

• Αποδοχές αδείας = 10,833 x 23,08 = 250,03 €.

• Επίδομα αδείας = 2x (5/6) x 6,5 x ημερομίσθιο = 250,03 €.

Παράδειγμα 2o

Υπάλληλος προσελήφθη το 2001 χωρίς προϋπηρεσία με μερική απασχόληση (4ωρη ημερήσια απασχόληση επί πενθήμερο εβδομαδιαία). Ο μικτός μηνιαίος μισθός σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 962, 00 € και δεν έχει πάρει άδεια το 2016. Η σχέση εργασίας παραμένει ενεργός μέχρι την 31.12.2016.

Αποδοχές αδείας= ;

Επίδομα αδείας= ;

Ωρομίσθιο = 962,00 x 0,006 = 5,77 €. Ημερομίσθιο 4ώρου = 5,77 x 4 ώρες = 23,08 €. Μηνιαίος μισθός μερικώς απασχολούμενου μισθωτού = 962,00 x (20/40) = 481,00€ Αποδοχές αδείας = 25 x 23,08 = 577,00 € Επίδομα αδείας = Μισός Μηνιαίος Μισθός = (481,00 / 2) = 240,50 €.

Παράδειγμα 3o

Υπαλλήλου που προσελήφθη την 16η Ιουνίου 2016 χωρίς προϋπηρεσία με μερική απασχόληση (6ωρη εργασία τις ημέρες Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή). Ο μικτός μηνιαίος μισθός σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 962,00 € και η σχέση εργασίας παραμένει ενεργός μέχρι την 31.12.2016.

Αποδοχές αδείας = ;

Επίδομα αδείας = ;

• Ωρομίσθιο = 962,00 x 0,006 = 5,77 €

• Ημερομίσθιο 6ωρου = 6 x 5,77 = 34,62 €

• Ημέρες αδείας= 20 x (3/5) x (6,5/12) = 6,5 ημέρες, ήτοι 7 ημέρες άδεια.

• Αποδοχές αδείας = 6,5 ημέρες x 34,62 = 225,03 €.

• Επίδομα αδείας= 2 x 3/6 x 6,5 = 6,5 ημερομίσθια = 6,5 ημέρες x 34,62 = 225,03 €.

11. Αποδοχές και επίδομα αδείας στην εκ περιτροπής απασχόλησης

Εκ περιτροπής απασχόληση θεωρείται η εργασία κατά λιγότερες ημέρες την εβδομάδα ή κατά λιγότερες εβδομάδες τον μήνα ή κατά λιγότερους μήνες το έτος ή και συνδυασμός αυτών, κατά πλήρες ημερήσιο ωράριο εργασίας.

Ο υπολογισμός εν προκειμένω των ημερών άδειας θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 1, του Ν 1346/1983 (ο μισθωτός δικαιούται κάθε ημερολογιακό έτος, άδεια με αποδοχές ίση με το 1/12 της άδειας για κάθε μήνα απασχόλησης από την πρόσληψή του, αν η άδεια χορηγείται για πρώτη φορά, ή από λήψη της άδειας του προηγούμενου έτους, μέχρι την ημέρα έναρξης της άδειας. Ως μήνας εν προκειμένω λογίζονται 25 ημέρες απασχόλησης).

Παράδειγμα 1o

Υπάλληλος προσελήφθη το 2015 χωρίς προϋπηρεσία, με εκ περιτροπής απασχόληση, (Έξι ώρες και σαράντα λεπτά εργασία ημερησίως την Τρίτη και Παρασκευή). Ο μικτός μηνιαίος μισθός σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 1.200,00 € και η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός έως την 31.12.2016.

Ημέρες άδειας 2016 = ;

Αποδοχές αδείας 2016 = ;

Επίδομα αδείας = 2016;

Αποδοχές εκ περιτροπής απασχόλησης = 1.200,00 x (2/6) = 400,00 €. Επισημαίνεται ότι οι αποδοχές των μερικώς και των εκ περιτροπής απασχολουμένων δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις νόμιμες αποδοχές των πλήρως απασχολουμένων στην ίδια εργασία και καθορίζονται ειδικότερα ανάλογα με τις ώρες της μερικής απασχόλησης σε σύγκριση με αυτές της πλήρους απασχόλησης.

Ημέρες άδειας = 300 x (2/6) /300 x 25 (Ημέρες άδειας 2ου ημερολογιακού έτους ) = 8,33 ημέρες.

Αποδοχές άδειας = (8,333/25) x 1.200, 00 = 400,00 €.

Επίδομα αδείας = (2/25) x (Ημέρες εργασίας εβδομαδιαία /6) x μήνες απασχόλησης x Μηνιαίο Μισθό = (2/25) x (2/6) x 12 x Μηνιαίο Μισθό = 0,32 x 1.200,00= 384,00 €. Επισημαίνεται ότι το επίδομα αδείας δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μισθό ή τα 13 ημερομίσθια.

Παράδειγμα 2o

Υπάλληλος προσελήφθη στις 11.4.2016 χωρίς προϋπηρεσία, με εκ περιτροπής απασχόληση, (Οκτώ ώρες εργασία ημερησίως την Δευτέρα, Τετάρτη, Πέμπτη και Παρασκευή). Ο μικτός μηνιαίος μισθός σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης ανέρχεται σε 680,00 € και η σχέση εργασίας του παρέμεινε ενεργός έως την 30.9.2016 οπότε και λύθηκε η εργασιακή του σχέση. Στο διάστημα της απασχόλησής του δεν έκανε χρήση ημερών άδειας.

• Αποζημίωση άδειας = ;

• Επίδομα αδείας = ;

Αποζημίωση άδειας = (24/12) x μήνες απασχόλησης x (32/40) / 25 x Μηνιαίο Μισθό = (24/12) x 5,67 μήνες x (32/40) /25 x Μηνιαίο Μισθό = 0,36288 x Μηνιαίο Μισθό = 246,76 €.

Επίδομα αδείας = (2/25) x (Ημέρες εργασίας εβδομαδιαία /6) x μήνες απασχόλησης x Μηνιαίο Μισθό = (2/25) x (4/5) x 5,67 x Μηνιαίο Μισθό = 0,36288 x 680,00 € = 246,76€. Επισημαίνεται ότι το επίδομα αδείας δεν μπορεί να υπερβεί το μισό μισθό ή τα 13 ημερομίσθια.

12. ΄Αδεια επί διαλείπουσας απασχόλησης

Ως διαλείπουσα απασχόληση νοείται εκείνη η οποία ως εκ της φύσεως ή των συνθηκών εργασίας ή δυνάμει όρου ατομικής σύμβασης εργασίας, δεν παρέχεται καθ΄ όλες τις εργάσιμες ημέρες του μηνός, ασχέτως ωρών απασχόλησης, δηλαδή έχει ενδιάμεσες ή περιοδικές διακοπές. Οι υπό καθεστώς διαλείπουσας απασχόλησης μισθωτοί για κάθε 25 ημέρες πραγματικής απασχόλησης δικαιούνται το 1/12 της άδειας που θα ελάμβαναν υπό συνθήκες πλήρους απασχόλησης.

Ημέρες ΄Αδειας εργαζόμενου με καθεστώς διαλείπουσας απασχόλησης με συνολική προϋπηρεσία:

• μικρότερη των 12 ετών = ( Hμέρες πραγματικής εργασίας / 300) x 24.

• συμπληρωμένη ή και μεγαλύτερη των 12 ετών & πάντως μικρότερη των 25 ετών = (Hμέρες πραγματικής εργασίας / 300 ) x 30.

• συμπληρωμένη ή και μεγαλύτερη των 25 ετών = (Hμέρες πραγματικής εργασίας / 300) x 31.

Αποδοχές άδειας εργαζόμενου με καθεστώς διαλείπουσας απασχόλησης με συνολική προϋπηρεσία:

• μικρότερη των 12 ετών = ( Hμέρες πραγματικής εργασίας / 300) x 24 x ημερομ. = (1/ 300) x 24 ημερομ = 0,08 του ημερομισθίου,

• συμπληρωμένη ή και μεγαλύτερη των 12 ετών & πάντως μικρότερη των 25 ετών = (1/ 300) x 30 ημερομ = 0,10 του ημερομισθίου,

• συμπληρωμένη ή και μεγαλύτερη των 25 ετών = (1/ 300) x 31 ημερομ = 0,1033 του ημερομισθίου.

Επίδομα αδείας εργαζόμενου με καθεστώς διαλείπουσας απασχόλησης ανεξάρτητα από τη συνολική προϋπηρεσία του = 0,08 του ημερομισθίου (λαμβάνεται ως δεδομένο ότι οι εργάσιμες ημέρες απασχόλησης των εργαζόμενων αυτών δεν υπερβαίνουν τις μισές εργάσιμες ημέρες του έτους).

Παράδειγμα

Απασχόληση εργαζόμενου με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών, με καθεστώς διαλείπουσας εργασίας για 16 εργάσιμες ημέρες για το διάστημα από 1.1.2016 – 31.12.2016 με μη σταθερό ημερήσιο ωράριο και μη σταθερό ημερομίσθιο. Σύνολο αποδοχών διαστήματος =940,00 €. Αποδοχές αδείας=; Επίδομα αδείας = ;

Μέσο ημερομίσθιο =940,00/16 = 58,75 €.

Αποδοχές αδείας = (16/300) x 24 x 58,75 = 75,20 € ή με άλλο τρόπο Αποδοχές αδείας = 0,08 του συνόλου των αποδοχών = 940,00 x 0,08 = 75,20 €

Επίδομα αδείας = 75,20 €.

13. Χρόνος χορήγησης της άδειας – Χρόνος καταβολής των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας

13α. Χρόνος χορήγησης της άδειας

Ο χρόνος κατά τον οποίο χορηγείται η άδεια διακανονίζεται μεταξύ των μισθωτών και των εργοδοτών. Το άρθρο 4 του ΑΝ 539/1945, μεταξύ των άλλων, αναφέρει ότι οι μισοί τουλάχιστον από τους μισθωτούς που απασχολούνται σε μία επιχείρηση πρέπει να λαμβάνουν την άδειά τους μέσα στο χρονικό διάστημα από 1/5 έως 30/9 εκάστου έτους.

Ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να χορηγήσει άδεια στο μισθωτό του μέσα σε δύο (2) μήνες από το χρονικό εκείνο σημείο κατά το οποίο αυτός (ο μισθωτός) υπέβαλε γραπτώς αίτηση για χορήγηση άδειας. Η άδεια πρέπει όχι μόνο να χορηγείται, αλλά και να εξαντλείται μέσα στο εργασιακό έτος στο οποίο αναφέρεται.

Στην περίπτωση κατά την οποία δεν χορηγηθεί άδεια στο μισθωτό, δεν είναι κατά κανόνα δυνατή η μετάθεσή της στο αμέσως επόμενο εργασιακό έτος. Κατόπιν τούτου, υποχρεούται ο εργοδότης στην ως άνω περίπτωση να καταβάλει απλή αποζημίωση άδειας στο μισθωτό, όταν διαπιστώνεται ότι το γεγονός της μη χορήγησης άδειας στο δικαιούχο μισθωτό δεν οφειλόταν σε πταίσμα ή δόλο ή και απλή αμέλειά του, ενώ αντίθετα αν διαπιστωθεί ότι συνέτρεχαν οι ως άνω λόγοι, τότε υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλει την αποζημίωση άδειας προσαυξημένη κατά 100%.

13β. Χρόνος καταβολής των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας στους μισθωτούς – Κυρώσεις

Τόσο οι αποδοχές της άδειας, όσο και το επίδομα άδειας προκαταβάλλονται κατά το στάδιο έναρξης της άδειας στο μισθωτό.

Οι αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειας προκαταβάλλονται στο μισθωτό κατά την έναρξη της άδειάς του, δεν συμψηφίζονται δε με ανώτερες των νόμιμων καταβαλλόμενες αποδοχές (ΕφΑθ 8662/1996 ).

Οι αποδοχές και το επίδομα αδείας καταβάλλονται κατά την ημέρα ενάρξεως της αδείας ή κατά τη λύση της εργασιακής σχέσεως, κατά πάσαν περίπτωσιν δε μέχρι της τελευταίας ημέρας του ημερολογιακού έτους (ΕφΠειρ 555/2006 , ΔΕΝ τεύχος 1497, σελ. 898).

Στην περίπτωση τμηματικής λήψης της άδειας κατά το 1ο και 2ο ημερολογιακό έτος απασχόλησης του μισθωτού, σύμφωνα με το Ν 3144/2003 , προκαταβάλλεται το ανάλογο μέρος των αποδοχών και του επιδόματος άδειας.

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ΑΝ 539/1945, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 15 του άρθρου 3 του Ν 4504/1966 , σε συνδυασμό με την παρ. 1 του άρθρου 2 του ΑΝ 539/1945, όπως ισχύει, με το άρθρο 1 του Ν 3302/2004 , καθώς και με την Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 3321/1.3.2005 επί του άρθρου αυτού, η κανονική άδεια θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να έχει εξαντληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους, ακόμη και εάν δεν έχει ζητηθεί από τον εργαζόμενο. Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας με οποιοδήποτε τρόπο πριν ο μισθωτός λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, δικαιούται να λάβει τις αποδοχές και το επίδομα άδειας κατά το χρόνο λύσης της σχέσης εργασίας (ΑΠ 1549/2011, 97/2009) που αποτελεί δήλη ημέρα πληρωμής. Συνεπώς δήλη ημέρα καταβολής των αποδοχών αδείας και του επιδόματος αδείας του υπόψη εργαζόμενου, αποτελεί ο χρόνος λύσης αυτής την 3/5/2016 και όχι το τέλος του ημερολογιακού έτους ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο μισθωτός αυτός επαναπροσλήφθηκε από την ίδια επιχείρηση με νέα σύμβαση εργασίας.

Η αξίωση λήψης των αποδοχών και του επιδόματος άδειας, καθώς και της προσαύξησης 100% επί άρνησης χορήγησης της άδειας υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 εδάφιο 17 του ΑΚ.

Η μη χορήγηση αδείας αναψυχής, η μη καταβολή αποδοχών και επιδομάτων αδείας που αποτελούν μισθολογικές παροχές, η παράλειψη τακτικής ασφαλίσεως στο ΙΚΑ αλλά και η άρνηση καταβολής του υπολοίπου της συμφωνημένης πρόσθετης αμοιβής για πρόσθετη εργασία του αποτελούν μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων της συμβάσεως εργασίας (Εφετείο Δωδεκανήσου 225/2005).

Ο εργοδότης εφόσον εκ προθέσεως δεν χορήγησε την άδεια υπέχει και ποινική ευθύνη κατά το άρθρο 5, παρ. 7 του ΑΝ 539/1945 σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 28, του Ν 3996/2011 .

Σε περιπτώσεις παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας σχετικές με την ετήσια κανονική άδεια και ανάλογα με το είδος της παράβασης και το βαθμό σοβαρότητας αυτής ακολουθείται η διαδικασία για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων βάσει του άρθρου 24, του Ν 3996/2011 και της ΥΑ 2063/Δ1 632/2011.

Παραβάσεις εργατικής νομοθεσίας σχετικές με την ετήσια κανονική άδεια

Είδος παράβασης

Βαθμός σοβαρότητας παράβασης

1. Παραβίαση διατάξεων για την κατάτμηση του χρόνου της αδείας

Χαμηλή

2. Ελλιπής τήρηση βιβλίου ετήσιων κανονικών αδειών

Πολύ Χαμηλή

3. Μη τήρηση βιβλίου ετήσιων κανονικών αδειών

Χαμηλή

4. Μη χορήγηση αδείας

Πολύ υψηλή

5. Καταγγελία σύμβασης εργασίας κατά την διάρκεια της χορηγηθείσης κανονικής αδείας

Πολύ υψηλή

6. Μη καταβολή πλήρων αποδοχών αδείας ή αναλογίας αυτών (απλών ή προσαυξημένων κατά 100% σε περίπτωση πταίσματος του εργοδότη)

Πολύ υψηλή

7. Μη καταβολή πλήρους αποζημίωσης αδείας ή αναλογίας αυτής σε περίπτωση λύσης με οποιονδήποτε τρόπο της σχέσης ή σύμβασης εργασίας πριν από τη λήψη της αδείας

Πολύ υψηλή

8. Μη καταβολή επιδόματος και αναλογίας επιδόματος αδείας

Υψηλή

Επισημαίνεται ότι επί μη επίδειξης του ειδικού βιβλίου αδειών κατά τον έλεγχο, δεν προβλέπεται η επιβολή προστίμου κατά δέσμια αρμοδιότητα του ελέγχοντος επιθεωρητή εργασίας όπως προβλέπεται στις περιπτώσεις μη επίδειξης :

• του ειδικού βιβλίου υπερωριών,

• των εντύπων όρων ατομικής σύμβασης εργασίας

• των εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών για το τελευταίο τουλάχιστον 3μηνο και

• του βιβλίου παρουσίας σε οικοδομικά – τεχνικά έργα.

13γ. Διπλασιασμός αποδοχών άδειας επί πταίσματος του εργοδότη

Με τη λήξη του έτους η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική αφού δεν επιτρέπεται μεταφορά της άδειας σε επόμενο έτος (ΠΠρΑθ 815/2003 ).

Ο εργοδότης που αρνείται τη χορήγηση στον εργαζόμενο της νόμιμης ετήσιας άδειας υποχρεούται όπως, με τη λήξη του έτους, κατά το οποίο δικαιούται της άδειας, καταβάλει σ΄ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές των ημερών άδειας αυξημένες κατά 100%. Η προσαύξηση αυτή κατά 100% των αποδοχών των ημερών της άδειας, την οποία ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει στον εργαζόμενο αν αρνηθεί τη χορήγηση της δικαιούμενης άδειας, έχουσα τον χαρακτήρα αστικής ποινής, προϋποθέτει πταίσμα του εργοδότη, έστω και από ελαφρά αμέλεια κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 330 του ΑΚ, αφού ο ΑΝ 539/1945 δεν ορίζει κάτι άλλο. Πταίσμα υπάρχει και αν ο εργαζόμενος ζητήσει την ετήσια άδεια και ο εργοδότης εξαναγκάσει αυτόν στην παροχή της εργασίας κατά το χρόνο κατά τον οποίο έπρεπε να λάβει την άδεια, όχι όμως, και αν αυτός δεν την ζήτησε από τον εργοδότη. Πταίσμα του εργοδότη δεν υπάρχει όταν ο μισθωτός δεν έκανε χρήση της χορηγηθείσης αδείας ή απέφυγε να τη ζητήσει. Η υπαιτιότητα και οι βαθμοί αυτής (δόλος, βαριά ή ελαφρά αμέλεια), καθώς και η παρανομία είναι νομικές έννοιες και επομένως αν τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν υπάγονται σε μία από αυτές τις έννοιες ελέγχεται από τον ΄Αρειο Πάγο.

Για να στοιχειοθετηθεί η υπαιτιότητα πρέπει ο μισθωτός να έχει ζητήσει την άδεια αυτούσια και όχι σε χρήμα (ΑΠ 1469/2001).

Για τη θεμελίωση της αξιώσεως διπλασιασμού των αποδοχών αδείας, δεν αρκεί η μη χορήγηση της άδειας μέχρι τέλους του ημερολογιακού έτους, αλλά απαιτείται και υπαιτιότητα του εργοδότη, υπάρχουσα όταν ο μισθωτός εζήτησε την άδεια και ο εργοδότης τον εξανάγκασε να εργασθεί. Δεν θεμελιώνεται η αξίωση όταν ο μισθωτός δεν έλαβε άδεια από δική του επιθυμία και για να μεγιστοποιήσει τις αποδοχές του (ΑΠ 1305/2008).

Έτσι, όταν ζητούνται αποδοχές αδειών παρελθόντων ετών στο διπλάσιο, πρέπει, για το ορισμένο της αγωγής, να αναφέρεται σε αυτή ότι ο ενάγων ζήτησε, γραπτά ή προφορικά, εγκαίρως την άδειά του αυτούσια για συγκεκριμένο έτος και ότι ο εργοδότης αρνήθηκε να του χορηγήσει την αιτηθείσα άδεια εξαναγκάζοντάς τον στην παροχή της εργασίας του κατά τον χρόνο ακριβώς κατά τον οποίο έπρεπε να λάβει την άδεια, και όχι να γίνεται μόνο χρήση της νομικής αξιολογικής συμπερασματικής έννοιας της «υπαιτιότητας» του εργοδότη, χωρίς δηλαδή να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, αληθή υποτιθέμενα, οδηγούν στη δικανική κρίση περί πραγμάτωσης της εν λόγω αξιολογικής νομικής έννοιας (ΕφΑθ 39/1998 ).

Η προσαύξηση 100% οφείλεται και για τμήμα άδειας που ο εργοδότης αρνήθηκε να χορηγήσει στο μισθωτό.

Για τον υπολογισμό τόσο των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας όσο και της προσαύξησης 100% στην περίπτωση μη χορήγησης της άδειας, λαμβάνονται ως βάση οι αποδοχές της 31ης Δεκεμβρίου του έτους στο οποίο αντιστοιχεί η άδεια, αφού η ημέρα αυτή αποτελεί το απώτερο χρονικό σημείο κατά το οποίο υπάρχει υποχρέωση να χορηγηθεί η άδεια (ΑΠ 40/2002).

13δ. Καταβολή χωρίς προσαύξηση 100% των αποδοχών της μη χορηγηθείσας άδειας από τις δημόσιες επιχειρήσεις

Οι δημόσιες επιχειρήσεις ιδρύονται και λειτουργούν χάριν του δημοσίου συμφέροντος προς παροχή κοινωφελών υπηρεσιών, δηλαδή προς εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου. Δεν νοείται συνεπώς εκμετάλλευση του εργαζόμενου από τον εργοδότη, μια και οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα απολαμβάνουν πλεονεκτήματα των ΝΠΔΔ (ήτοι μονιμότητα, καλύτερη ασφάλιση κ.λπ.) αλλά και του ιδιωτικού τομέα (καλύτερες αποδοχές έναντι τόσο των υπαλλήλων των ΝΠΔΔ, όσο και των υπαλλήλων του καθαρώς ιδιωτικού τομέα κ. λπ.), ενώ αν ζητήσουν την άδεια ανάπαυσης, η διοίκηση της κοινωφελούς επιχείρησης δεν μπορεί να αρνηθεί τη χορήγησή της, υποκείμενων άλλως των αρμοδίων προς χορήγησή της οργάνων σε πειθαρχικές κυρώσεις που προβλέπει ο οικείος Κανονισμός. Τις εγγυήσεις αυτές δεν έχουν οι απασχολούμενοι σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή ιδιώτες εργοδότες. Προς εξασφάλιση των τελευταίων, από ενδεχόμενη στέρηση της ετήσιας άδειας αναψυχής, ο νομοθέτης θέσπισε τη διάταξη με βάση την οποία προσαυξάνονται κατά 100% οι αποδοχές των ημερών της άδειας, την οποία ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει στον εργαζόμενο αν αρνηθεί τη χορήγηση της δικαιούμενης άδειας και του καταλογισθεί πταίσμα.

΄Αρα η περί προσαυξήσεως των αποδοχών άδειας κατά 100% διάταξη έχει τεθεί προς εξασφάλιση των απασχολουμένων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και ιδιώτες εργοδότες. Κατά συνέπεια οι εργαζόμενοι σε δημόσιες επιχειρήσεις, αν δεν λάβουν την ετήσια άδειά τους αναψυχής εν όλω ή εν μέρει στο προβλεπόμενο από τον Κανονισμό χρονικό διάστημα, δικαιούνται τις αποδοχές τους του αντίστοιχου χρόνου, χωρίς όμως την προσαύξηση κατά 100%.

14. Κατάτμηση της άδειας

14α. Κατάτμηση της άδειας χωρίς έγγραφη αίτηση του εργαζόμενου προς την επιχείρηση

Κατά τα 2 πρώτα ημερολογιακά έτη εργασίας ενός μισθωτού, επιτρέπεται η κατάτμηση της άδειας χωρίς γραπτή αίτηση του μισθωτού με δεδομένο ότι κατά τα δύο αυτά ημερολογιακά έτη, η άδεια χορηγείται τμηματικά και κατ΄ αναλογία του χρόνου υπηρεσίας του μισθωτού (άρθρο 6 Ν 3144/2003 & άρθρο 1 Ν 3302/2004 ).

Κατ΄ εξαίρεση, σε περίπτωση που ένας εργαζόμενος διανύει το 3ο και πλέον ημερολογιακό έτος απασχόλησης και δεν έχει υποβάλλει έγγραφη αίτηση για κατάτμηση της άδειάς του, παρέχεται στον εργοδότη η δυνατότητα κατάτμησης του χρόνου άδειας του εργαζόμενου σε δυο περιόδους εντός του αυτού ημερολογιακού έτους εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης που προκύπτει στο πλαίσιο της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης (άρθρο 8, Ν 549/1977 ). Η πρώτη περίοδος της άδειας που χορηγείται με αυτό τον τρόπο δεν μπορεί να είναι μικρότερη των έξι (6) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο. Στην περίπτωση αυτή η χορήγηση των δυο περιόδων της άδειας συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου χωρίς πλέον να απαιτείται προς τούτο έγκριση της αρμόδιας Επιθεώρησης Εργασίας σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Ν 4093/2012 και της ερμηνευτικής Εγκυκλίου του Υπουργείου Εργασίας 26352/839/28.11.2012.

14β. Κατάτμηση της άδειας με έγγραφη αίτηση του εργαζόμενου

Δίνεται η δυνατότητα κατάτμησης της άδειας σε περισσότερες των 2 περιόδων μόνον μετά από γραπτή αίτηση των εργαζομένων προς τον εργοδότη τους με καθορισμό του 10ημέρου ή 12ημέρου από τον εργαζόμενο (άρθρο 6, Ν 3846/2010 ). Στο πλαίσιο αυτό υφίσταται ένα σταθερό τμήμα αδείας 10 ή 12 ημερών επί πενθήμερης & εξαήμερης εργασίας αντίστοιχα ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών, εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο, το οποίο λαμβάνεται υποχρεωτικώς και αυτούσιο από τον εργαζόμενο, χωρίς αυτό το σταθερό τμήμα της άδειας να ορίζεται κατ΄ ανάγκην ως η πρώτη άδεια του μισθωτού. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται από τον εργαζόμενο προς τον εργοδότη, χωρίς τη μεσολάβηση της Επιθεώρησης Εργασίας.

Ειδικά για τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας, ο εργοδότης μπορεί, στο πλαίσιο της κατάτμησης της άδειας σε περισσότερες των 2 περιόδων, μετά από έγγραφη αίτηση του εργαζόμενου, με απόφασή του, να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργάσιμων ημερών αδείας εργαζόμενου (επί πενθήμερης ή εξαήμερης εργασίας αντίστοιχα), σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας (Εγκύκλιος ΥΕΚΑ 26352/839/28.11.2012). Επεξηγηματικά αναφέρεται ότι σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και έκτακτο-εποχικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας εξαιτίας του είδους ή του αντικειμένου εργασιών τους, δίνεται η δυνατότητα στον εργοδότη, με απόφασή του, να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργάσιμων ημερών αδείας, επί πενθημέρου ή εξαημέρου αντίστοιχα, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας. Η συγκεκριμένη απόφαση του εργοδότη για τη χορήγηση του τμήματος αδείας των δυο (2) εργάσιμων εβδομάδων, καθώς και η αίτηση του εργαζομένου για κατάτμηση αδείας δεν απαιτούν έγκριση από την Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά διατηρούνται επί πέντε (5) έτη στην επιχείρηση και είναι στην διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας. Η εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης προϋποθέτει: α) την ύπαρξη επιχειρήσεων που απασχολούν τόσο τακτικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου όσο και έκτακτο-εποχικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας εξαιτίας του είδους ή του αντικειμένου εργασιών τους και β) την έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς τον εργοδότη για κατάτμηση της άδειας σε περισσότερα των δυο τμημάτων. Κατά συνέπεια, εφόσον πληρούνται οι δυο ως άνω προϋποθέσεις, η εν λόγω διάταξη δίνει τη δυνατότητα στον εργοδότη, με απόφασή του, να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργάσιμων ημερών αδείας, επί πενθημέρου ή εξαημέρου αντίστοιχα, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας. Ευνόητο είναι ότι σε κάθε περίπτωση τα ανωτέρω υπάγονται σε όλες τις σχετικές ρυθμίσεις της νομοθεσίας για την άδεια (απαντητικό Έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας στο ερώτημα με αρ. πρωτ. 31705/27.12.2012).

H αίτηση του εργαζόμενου για κατάτμηση της αδείας θα πρέπει να είναι ελέγξιμη από τους Επιθεωρητές Εργασίας, διατηρούμενη επί πενταετία, στην επιχείρηση, για τον σκοπό αυτό. Σε περίπτωση που η αίτηση του εργαζόμενου, καθώς και η έγκριση του εργοδότη λαμβάνουν χώρα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, θα πρέπει η σχετική αλληλογραφία, με την ημερομηνία πραγματοποίησής της, να εκτυπώνεται, σε περίπτωση ελέγχου, από τα αρμόδια όργανα του ΣΕΠΕ, ούτως ώστε με τον τρόπο αυτό να πληρούται ο σκοπός της σχετικής νομοθετικής διάταξης (Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας 37506/730/3.11.2014).

15. Λύση εργασιακής σχέσης και δικαίωμα λήψης από το μισθωτό αποζημίωσης άδειας και επιδόματος άδειας

Αν λυθεί η σχέση μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο, προτού ο εργαζόμενος λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί η άδεια.

Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας με οποιονδήποτε τρόπο, προτού ο εργαζόμενος λάβει την οφειλόμενη σ΄ αυτόν άδεια ή τις αποδοχές άδειας, χορηγείται από τον εργοδότη και επίδομα άδειας ίσο με της αποδοχές της άδειας, με τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο ή το μισό (1/2) μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό.

Οι αποδοχές άδειας μαζί με το επίδομα άδειας προκαταβάλλονται στο μισθωτό κατά την έναρξη της άδειάς του. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο εργαζόμενος, εφόσον κατά το χρόνο έναρξης της κανονικής του άδειας, κατά το υπό εξέταση ημερολογιακό έτος, είχε λάβει τις αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειάς του με τη δήλωση παραίτησής του από την εργασία του, δεν δικαιούται άλλες αποδοχές άδειας και επιδόματος άδειας.

Σε περίπτωση, λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού (όπως ιδίως, καταγγελία σύμβασης ή οικειοθελή αποχώρηση) με οποιονδήποτε τρόπο πριν χορηγηθεί το σύνολο της αδείας, εκτός της συμπλήρωσης των σχετικών στηλών του εντύπου Ε11, θα πρέπει να αναγράφεται στη στήλη των παρατηρήσεων, ο λόγος της μη χορήγησης του συνόλου της δικαιούμενης άδειας (Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης Πρόνοιας 3631/87/27.1.2015).

16. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου και άδεια

Οι διατάξεις περί αδείας ισχύουν για το σύνολο των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων ορισμένου χρόνου, καθώς δεν υφίσταται πλέον βασικός χρόνος αναμονής για τη θεμελίωση δικαιώματος ετήσιας άδειας με αποδοχές. ΄Αρα οι εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια. Πιο συγκεκριμένα, με το Προεδρικό Διάταγμα 81/2003, όπως τροποποιήθηκε με το ΠΔ 180/04 και στη συνέχεια τροποποιήθηκε με το άρθρο 41 του Ν 3986/2011 προβλέπονται προστατευτικές διατάξεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Ειδικότερα όσον αφορά στους όρους εργασίας το άρθρο 4, ορίζει ότι δεν επιτρέπεται οι εργαζόμενοι με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου να αντιμετωπίζονται δυσμενώς σε σχέση με τους αντίστοιχους εργαζόμενους αορίστου χρόνου, εκ του λόγου και μόνο ότι η σύμβαση ή σχέση εργασίας τους είναι ορισμένου χρόνου. · Στην Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 3392/2005 ορίζονται τα εξής: «Με το άρθρο 1, του Ν 3302/2004 αντικαθίσταται η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ΑΝ 539/1945, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν 1346/1983 και αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 13 τον Ν 3227/2004 και επαναφέρεται το «ημερολογιακό έτος» ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων. Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συμπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού. Ειδικότερα, με τη νέα παράγραφο 1α στον ΑΝ 539/1945, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό. Κατά συνέπεια και επί συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου πρέπει να χορηγείται η ετήσια κανονική άδεια υπολογιζόμενη κατ΄ αναλογία του χρόνου υπηρεσίας του εργαζόμενου. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι η μη χορήγηση της κανονικής άδειας στους εργαζόμενους με σύμβαση ορισμένου χρόνου, συνιστά παράβαση, σύμφωνα με την ΥΑ 2063/2011 που εκδόθηκε κατ΄ εφαρμογήν του άρθρου 24 του Ν 3996/2.8.2011 .

Σε περίπτωση που η συναφθείσα σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου συμπίπτει κατά το χρονικό της μέρος σε δύο (2) ημερολογιακά έτη (π. χ. πρόσληψη μισθωτού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου την 1.10.2015, με ημερομηνία λήξης της σύμβασης την 30.6.2016 και καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας), τότε ο εν λόγω μισθωτός με συνολική προϋπηρεσία μικρότερη των 12 ετών, δικαιούται αναλογία ημερών αδείας κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος απασχόλησής του ίση με 20/12 x 3 μήνες, δηλαδή πέντε (5) ημέρες άδεια με τις ανάλογες αποδοχές αδείας των πέντε ημερών της πενθήμερης εργασίας που ανάγονται σε έξι (6) ημέρες σε καθεστώς εξαήμερης εργασίας (6/25 του μηνιαίου του μισθού), καθώς επίσης και 6/25 του μηνιαίου του μισθού επίδομα άδειας.

Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος και για τους έξι (6) μήνες απασχόλησης (από 1.1 έως 30.6.2016 δικαιούται δέκα ημερών αδείας (20/12 x 6 μήνες) που ανάγονται στην εξαήμερη απασχόληση στα 12/25 του μηνιαίου μισθού του εν λόγω εργαζόμενου, καθώς επίσης και επιδόματος αδείας που κυμαίνεται στο ίδιο επίπεδο με αυτό των αποδοχών αδείας.

Κατά συνέπεια το διάστημα της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου με διάρκεια που εμπίπτει σε 2 ημερολογιακά έτη από την ημερομηνία πρόσληψης έως την 31η Δεκεμβρίου του ιδίου έτους λογίζεται εν προκειμένω ως 1ο ημερολογιακό έτος.

Το διάστημα της σύμβασης από την 1η Ιανουαρίου του επομένου από την πρόσληψη έτους έως την ημέρα λήξης της σύμβασης λογίζεται ως 2ο ημερολογιακό έτος.

17. Ιδιότυπες μορφές απασχόλησης – Δικαιούμενη άδεια μισθωτών

17α. Απασχόληση μισθωτού σε άλλο εργοδότη κατά τη διάρκεια της άδειάς του

Η απασχόληση μισθωτού σε άλλο εργοδότη κατά τη διάρκεια της άδειάς του απαγορεύεται με βάση την εργατική νομοθεσία.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 5, παρ. 2 του ΑΝ 539/1945 αναφέρει ότι όταν ένας μισθωτός απασχολείται σε άλλο εργοδότη κατά τη διάρκεια της άδειάς του, ο νέος εργοδότης του δικαιούται να μην του καταβάλει αμοιβή για το χρονικό διάστημα εκείνο στο οποίο εργάσθηκε σ΄ αυτόν.

17β. Αποδοχές άδειας σερβιτόρων

Σύμφωνα με το άρθρο 3, παρ. 4 του ΑΝ 539/1945, σε συνδυασμό με το ΒΔ από 15.11.1949, οι μισθωτοί που αμείβονται με ποσοστά εις βάρος των πελατών της επιχείρησης δικαιούνται ως αποδοχές άδειας τόσα τεκμαρτά ημερομίσθια του ΙΚΑ. της οικείας ασφαλιστικής κλάσης, όσος είναι ο αριθμός των εργάσιμων ημερών που δικαιούνται να λάβουν ως άδεια, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους.

17γ. Δανεισμός μισθωτού και άδεια

Σύμφωνα με το άρθρο 651 του ΑΚ: «Εάν εκ της συμφωνίας ή εκ των περιστάσεων δεν προκύπτει άλλο τι, ο μεν εκμισθωτής οφείλει να εκτελέσει την υποχρέωσή του αυτοπροσώπως, η δε αξίωσις του μισθωτού επί την εργασίαν είναι αμεταβίβαστος».

Από την ανωτέρω διάταξη, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 361 και 648 του ΑΚ, προκύπτει ότι μπορεί να γίνει συμφωνία, βάσει της οποίας ο εργοδότης που έχει στη διάθεσή του τις υπηρεσίες κάποιου εργαζόμενου (αρχικός εργοδότης) παραχωρεί, κατόπιν συναίνεσης του εργαζόμενου, τις υπηρεσίες του τελευταίου σε άλλον εργοδότη (δευτερογενής εργοδότης), στον οποίο θα παρέχονται.

Με τις ανωτέρω προϋποθέσεις σχηματίζεται μία ιδιάζουσα τριμερής σχέση εργασίας, του λεγόμενου «δανεισμού» του εργαζόμενου, που στηρίζεται στη βούληση τριών μερών. Σ΄ αυτή την τριμερή σχέση εργασίας, χαρακτηριστικό είναι ότι έχουμε διάσπαση της ιδιότητας του εργοδότη και όχι μεταβολή του προσώπου του και για το λόγο αυτό δεν λύνεται η αρχική σύμβαση εργασίας, καθόσον ο ενοχικός δεσμός του εργαζόμενου με τον παραχωρούντα εργοδότη (αρχικό εργοδότη) δεν διασπάται. Δεν μεταβιβάζεται, δηλαδή, η εργασιακή σχέση, αλλά αλλάζει κατεύθυνση η αξίωση για παροχή εργασίας.

Κατά τη διάρκεια της σύμβασης δανεισμού, ο αρχικός εργοδότης, αν δεν έγινε διαφορετική συμφωνία, υποχρεούται να καταβάλει το μισθό στον παραπάνω εργαζόμενο, τα δώρα εορτών, να του χορηγεί άδεια αναψυχής και να του καταβάλει την αποζημίωση λόγω απόλυσης, στην οποία και δικαιούται να προβεί. Ο δευτερογενής εργοδότης, αν δεν έγινε διαφορετική συμφωνία, υποχρεούται να καταβάλει τις αμοιβές για πρόσθετη και παράνομη απασχόληση (υπερωρία, υπερεργασία, Κυριακές, αργίες κ.λπ.).

17δ. ΄Αδεια και διαθεσιμότητα

Το χρονικό διάστημα στο οποίο τίθενται σε διαθεσιμότητα οι μισθωτοί θεωρείται, όσον αφορά τη λήψη εκ μέρους των της κανονικής τους άδειας, ως χρόνος συνεχούς υπηρεσίας και κατόπιν τούτου έχουν τα ίδια δικαιώματα – όσον αφορά το δικαίωμα χρήσης της άδειας – τόσο ο μισθωτός που απασχολείται τακτικά και επί σταθερής βάσης, όσο και ο μισθωτός που τίθεται σε διαθεσιμότητα.

17ε. Διευθυντικά στελέχη (πρόσωπα εμπιστοσύνης) και άδεια

Κατά την έννοια του άρθρου 2, εδάφιο α΄, της Διεθνούς Σύμβασης της Ουάσιγκτον περί καθορισμού των ωρών εργασίας στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, που κυρώθηκε με το Ν 2269/1920 , ως πρόσωπα που κατέχουν θέσεις εποπτείας ή διεύθυνσης ή εμπιστοσύνης, επί των οποίων κατά την εν λόγω σύμβαση δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτής, θεωρούνται εκείνα τα οποία, επειδή διαθέτουν εξαιρετικά προσόντα, ή τους έχει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη ο εργοδότης, ανατίθενται καθήκοντα γενικότερης διεύθυνσης όλης της επιχείρησης ή σημαντικού τομέα της και εποπτείας του προσωπικού, έτσι ώστε όχι μόνο να επηρεάζουν αποφασιστικά τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της επιχείρησης, αλλά και να διακρίνονται εμφανώς από τους άλλους υπαλλήλους, γιατί ασκούν δικαιώματα του εργοδότη σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η πρόσληψη ή η απόλυση προσωπικού, έναντι του οποίου επέχουν θέση εργοδότη, επωμίζονται ακόμη και ποινικές ευθύνες για την τήρηση των διατάξεων που έχουν θεσπισθεί για το συμφέρον των εργαζομένων, διαθέτουν πρωτοβουλία και λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για την επίτευξη του σκοπού στον οποίο αποβλέπει ο εργοδότης, αμειβόμενοι συνήθως με αποδοχές που υπερβαίνουν κατά πολύ τα νόμιμα ελάχιστα όρια και τις καταβαλλόμενες στους λοιπούς υπαλλήλους αποδοχές. Δεν είναι δε αναγκαίο να συντρέχουν όλες αυτές ή και άλλες περιστάσεις για να χαρακτηρισθεί κάποιος μισθωτός ως διευθύνων υπάλληλος. Γι΄ αυτό και τα πρόσωπα αυτά, αν και δεν παύουν να είναι μισθωτοί με σχέση εξαρτημένης εργασίας, εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, που αφορούν τα χρονικά όρια εργασίας, την εβδομαδιαία ανάπαυση, τη λήψη αδειών αναψυχής και την αποζημίωση ή προσαύξηση για υπερεργασία και υπερωριακή απασχόληση κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες εορτές ή κατά τη νύχτα ή εκτός έδρας, οι οποίες είναι ασυμβίβαστες με την εξέχουσα θέση τους και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβαν με τη σύμβασή τους. Η έννοια δε της διευθυντικής θέσης, ανεξαρτήτως του αν ο εργαζόμενος έχει ή όχι τον τίτλο του κατόχου αυτής, προσδιορίζεται με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια της καλής πίστης και της κοινής πείρας και της λογικής, από τη φύση και το είδος των παρεχομένων υπηρεσιών που κρίνονται ενιαίως καθώς και από την ιδιάζουσα σχέση εκείνου που τις παρέχει τόσο προς τον εργοδότη όσο και προς τους λοιπούς υπαλλήλους (ΕφΘεσσ 246/2006).

Σε κάθε περίπτωση το ύψος αποδοχών ενός μισθωτού δεν αρκεί από μόνο του να του προσδώσει την ιδιότητα του διευθύνοντος υπαλλήλου καθ΄ όσον αυτή προσδιορίζεται από τη φύση, το είδος, και τη σπουδαιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών του μισθωτού και κυρίως από τη δυνατότητά του να επηρεάζει αποφασιστικά, λόγω της θέσης και των καθηκόντων που ανατίθενται σε αυτόν, τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της επιχείρησης (ΑΠ 2168/2007).

17στ. Απεργία και άδεια

Από το πνεύμα και το σκοπό της διάταξης του άρθρου 2, παρ. 6 του Ν 539/1945 , αλλά και από τη γενικότερη διάταξη του άρθρου 667 του ΑΚ, προκύπτει ότι στις περιπτώσεις όπου ο μισθωτός δεν απέχει από την απασχόλησή του για οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες στο άρθρο αυτό αιτίες (ασθένεια βραχείας διάρκειας, στράτευση, νόμιμη απεργία, ανταπεργία ή ανωτέρα βία), αλλά απουσιάζει χωρίς δικαιολογία ή με την πρόφαση της συμμετοχής του σε απεργία που δεν είναι νόμιμη, καταλογίζεται ο χρόνος της απουσίας του αυτής στη διάρκεια της άδειάς του, από την οποία αφαιρείται. Συνάγεται δηλαδή ότι μόνο ο χρόνος της νόμιμης απεργίας (όχι δε και της παράνομης) συνυπολογίζεται ως χρόνος απασχόλησης και δεν συμψηφίζεται με τις ημέρες άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος. Εξάλλου, από τις διατάξεις του ΑΝ 539/1945 που ορίζουν ότι κατά τη διάρκεια της άδειας ο μισθωτός δικαιούται των συνήθων αποδοχών, τις οποίες θα ελάμβανε αν απησχολείτο και ότι οι αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειας προκαταβάλλονται κατά την έναρξη της άδειας, αλλά και από το όλο πνεύμα των διατάξεων του νόμου αυτού συνάγεται ότι η λήψη αποδοχών άδειας και επιδόματος άδειας προϋποθέτει τη λήψη άδειας, αφού οι εν λόγω αποδοχές και το ανάλογο επίδομα άδειας δεν αποτελούν ανεξάρτητο και αυτοτελές δικαίωμα του μισθωτού, αλλά παρεπόμενο του κυρίου δικαιώματος, δηλαδή του δικαιώματος λήψης της άδειας.

Επομένως, όταν για λόγους που αφορούν τον εργαζόμενο και μάλιστα λόγω συμμετοχής του σε παράνομη απεργία, δεν οφείλεται άδεια, δεν οφείλονται και αποδοχές και επίδομα άδειας, αφού οι επιμέρους παροχές που συνθέτουν την άδεια αναψυχής έχουν στενή και άμεση εξάρτηση, η δε σχετική αξίωση είναι ενιαία και αδιαίρετη (ΕφΘεσσ 3603/1999).

17ζ. Υπερημερία και άδεια

Οι ημέρες μη παροχής εργασίας λόγω υπερημερίας του εργοδότη δεν συμψηφίζονται με τις ημέρες άδειας (ΑΠ 1690/1990).

17η. Ημέρες άδειας και εξαιρέσιμες αργίες

Στην περίπτωση που κατά το χρονικό διάστημα της άδειας ενός μισθωτού συμπέσει εξαιρέσιμη εορτή ή κατ΄ έθιμο εορτή, η ημέρα αυτή δεν υπολογίζεται στις ημέρες άδειας αυτού, με επακόλουθο την παράταση του διαστήματος της άδειας κατά μία (1) ημέρα (άρθρο 2, παρ. 3 του ΑΝ 539/1945).

Απαραίτητη προϋπόθεση για να ισχύσουν τα ανωτέρω, είναι η εξαιρέσιμη εορτή να συμπέσει με εργάσιμη ημέρα και όχι Κυριακή ή οποιαδήποτε άλλη μη εργάσιμη ημέρα του μισθωτού, π.χ. Σάββατο.

17θ. Καταγγελία της σύμβασης εργασίας κατά τη διάρκεια της άδειας των μισθωτών – Ασθένεια και άδεια

α) Το άρθρο 5, παρ. 6 του ΑΝ 539/1945 αναφέρει ότι απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του μισθωτού κατά το χρονικό διάστημα στο οποίο τελεί σε άδεια.

Δεν απαγορεύεται όμως η κατά τη διάρκεια της άδειας προειδοποίηση υπαλλήλου περί της προσεχούς απόλυσης, αρκεί η ημέρα της απόλυσης να εμπίπτει σε χρόνο μετά τη λήξη της άδειας (ΕφΛάρ 667/1996).

Δεν είναι άκυρη η κατά τη διάρκεια της άδειας καταγγελία σύμβασης μισθωτού που συμπλήρωσε τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (ΑΠ 657/2002).

β) Στην περίπτωση που μισθωτός ασθενήσει κατά τη διάρκεια της άδειάς του, η άδειά του παρατείνεται κατά τόσες ημέρες, όσες είναι οι εργάσιμες ημέρες του χρονικού διαστήματος που διαρκεί η ασθένειά του.

18. Αποδοχές άδειας και επίδομα άδειας μισθωτών με υπερωριακή απασχόληση

Για να εξευρεθεί το ποσό των αποδοχών άδειας ενός μισθωτού που απασχολείται υπερεργασιακά και υπερωριακά σε τακτά χρονικά διαστήματα, πρέπει κατ΄ αρχήν να υπολογισθούν οι ώρες υπερεργασίας και υπερωρίας που θα πραγματοποιούσε αν εργαζόταν κατά το χρονικό διάστημα της άδειάς του.

Με βάση τις κατά τα ανωτέρω καθοριζόμενες ώρες υπερεργασιακής και υπερωριακής απασχόλησης, πολλαπλασιαζόμενες επί (x) το ωρομίσθιο του μισθωτού (συμπεριλαμβανομένης επί της αμοιβής του ωρομισθίου και της προβλεπόμενης προσαύξησης), καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός των αποδοχών άδειας που αφορούν την τακτική υπερεργασιακή και υπερωριακή απασχόλησή του.

Αν στο ως άνω προσδιοριζόμενο ποσό προστεθούν και οι σταθερές αποδοχές που θα έπαιρνε στο διάστημα της άδειάς του αν εργαζόταν ο μισθωτός, τότε προσδιορίζεται το σύνολο των αποδοχών άδειας, καθώς και το ποσό του επιδόματος άδειας που αυτός δικαιούται.

Παράδειγμα

Ο Μισθωτός Γεωργίου (του παρακάτω πίνακα) που απασχολείται επί πενθήμερο εβδομαδιαίως, εμφανίζει τακτική υπερεργασία 12 ωρών και τακτική υπερωρία 5 ωρών μηνιαίως, ενώ ο σταθερός μηνιαίος μισθός του είναι 900,00 ευρώ (στο ποσό αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται η αμοιβή της υπερεργασίας και της υπερωρίας).

Το ωρομίσθιο του είναι ίσο με 900,00 x 0,006= 5,40 €

Το μέσο μηνιαίο επίπεδο των αποδοχών υπερεργασίας και υπερωρίας = 5,40 x 12 x 1,20 + 5,40 x 5 x 1,40 = 115,56 €.

Α1. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 2ο ημερολογιακό έτος με ενεργό σχέση εργασίας έως 31.12. του έτους αυτού & συνολική προϋπηρεσία < 12 ετών:

Αποδοχές αδείας που δικαιούται = (21/25) x 1, 2 x (900 + 115,56 ) = 1.023,68 €.

Α2. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 3 ο ημερολογιακό έτος με ενεργό σχέση εργασίας έως 31.12. του έτους αυτού & συνολική προϋπηρεσία < 12 ετών ή υπηρεσία < 10 ετών στον ίδιο εργοδότη:

Αποδοχές αδείας που δικαιούται = (22/25) x 1,2 x (900 + 115,56) = 1.072,43 €.

Α3. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 3ο ημερολογιακό έτος με συνολική προϋπηρεσία > 12 ετών ή υπηρεσία > 10 ετών στον ίδιο εργοδότη: & < 25 ετών:

Αποδοχές αδείας που δικαιούται = (25/25) x 1,2 x (900 + 115,56) =1.218,67 €.

Α4. Ο έμμισθος Γεωργίου διανύει το 3ο ημερολογιακό έτος με συνολική προϋπηρεσία > 25 ετών:

Αποδοχές αδείας που δικαιούται = (26/25) x 1,2 x (900 + 115,56) = 1.267,42 €.

Το επίδομα αδείας που δικαιούται ο Πέτρου σε κάθε ως άνω περίπτωση (α, β, γ, δ) παραμένει σταθερό και υπολογίζεται ως ακολούθως:

Επίδομα αδείας = (Μηνιαίες αποδοχές + μέσες μηνιαίες αμοιβές υπερεργασίας + υπερωρίας) / 2 = (900 + 115,56) / 2 = 507,78 €.

19. Ειδικό βιβλίο αδειών

Το βιβλίο αυτό τηρείται από τον υπεύθυνο προσωπικού, αρμόδιο επί θεμάτων ελέγχου χορήγησης των αδειών στους δικαιούχους μισθωτούς.

Για τη διευκόλυνση και την ορθή εφαρμογή των κείμενων διατάξεων, κάθε εργοδότης ή εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο έχει την υποχρέωση να τηρεί ειδικό βιβλίο αδειών, σύμφωνα με τις υποδείξεις του Υπουργείου Εργασίας.

Είναι αυτονόητο ότι για κάθε ημερολογιακό έτος οφείλει ο υπεύθυνος προσωπικού να συντάσσει καινούρια ετήσια κατάσταση αδειών.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4, παρ. 3 του ΑΝ 539/1945, “όπως τροποποιήθηκε με την υποπαρ. ΙΑ.5, εδ. 3α, του Ν 4254/7.4.2014 :

• το Ειδικό Βιβλίο Αδειών δύναται να είναι σε μορφή ημερολογίου αλλά και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων.

• Το ειδικό βιβλίο ή οι μηχανογραφημένες σελίδες πρέπει να φέρουν τα στοιχεία της επιχείρησης και την ένδειξη «Βιβλίο αδειών».

• το Ειδικό Βιβλίο Αδειών πρέπει να περιλαμβάνει τις παρακάτω στήλες: Ονοματεπώνυμο μισθωτών, ημερομηνία πρόσληψης, αριθμός δικαιούμενων ημερών αδείας, χρονολογία έναρξης και λήξης χορηγηθείσας αδείας, αποδοχές αδείας, επίδομα αδείας.

• Οι εργοδότες έχουν την υποχρέωση να τηρούν το εν λόγω βιβλίο (ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης του δηλ. ειδικό βιβλίο ή μηχανογραφημένες σελίδες) και να θέτουν στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε. τα στοιχεία που αυτό περιλαμβάνει.

• Ειδικώς, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας συμπληρώνονται στο σύνολό τους μέχρι το τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους λήψης της κανονικής άδειας.

• Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιεί ηλεκτρονικά στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ», εντός του μηνός Ιανουαρίου, στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

• Δεν προκύπτει υποχρέωση υπογραφής του εν λόγω Βιβλίου από τον εργαζόμενο. Συνεπώς, δεν υφίσταται πλέον με τη διάταξη Ν 4254/7.4.2014 η υποχρέωση που προεβλέπετο με την προϊσχύουσα ρύθμιση της παρ. 3 του άρθρου 4, του ΑΝ 539/45, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 6, του Ν 3762/2009 να περιλαμβάνονται στο βιβλίο αδειών οι παρακάτω στήλες :

– Αύξων αριθμός,

– Ειδικότητα,

– Προϋπηρεσία,

– Παρατηρήσεις

– Υπογραφή μισθωτού

Οι στήλες αυτές πλέον δεν περιλαμβάνονται στο βιβλίο αδειών.

• Καταργήθηκε από 7.4.2014 με το Ν 4254/2014 η διάταξη περί διατήρησης επί πενταετία του ειδικού βιβλίου αδειών.

Μία πρακτική και ολοκληρωμένη γραμμογράφηση του ειδικού βιβλίου αδειών κατά τα οριζόμενα στο Ν 4254/7.4.2014 είναι η εξής:

Copy of BΙΒΛΙΟ αδειών - ΝΕΟ.pdf

20. Συνέπειες από την άρνηση χορήγησης της κανονικής ετήσιας άδειας στον δικαιούχο μισθωτό

Σε περίπτωση μη χορήγησης από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσμα, αμέλεια κ.λπ.), της άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος εντός του ημερολογιακού έτους (ή εντός της προβλεπόμενης χρονικής διάρκειας συμβάσεως ορισμένου χρόνου), ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει σ΄ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100% (ΑΠ 1568/99, ΑΠ 581/99, ΑΠ 331/2003).

Το ίδιο ισχύει και επί συμβάσεων ορισμένου χρόνου των οποίων η διάρκεια έληξε χωρίς να έχει χορηγηθεί η νομίμως προβλεπόμενη άδεια.

Είναι προφανές ότι η υπόψη προσαύξηση οφείλεται για το τμήμα της άδειας που ο εργοδότης αρνήθηκε να χορηγήσει στον δικαιούχο μισθωτό.

Εάν δεν χορηγηθεί στον εργαζόμενο η άδεια μέχρι την λήξη του έτους που αφορά, ο εργοδότης υποχρεούται στην καταβολή των αποδοχών αδείας αυξημένες κατά 100%. Για τη θεμελίωση του δικαιώματος αδείας του μισθωτού δεν απαιτείται η υποβολή σχετικής αιτήσεως. Όμως, για τη θεμελίωση της αξιώσεώς του προς λήψη της ανωτέρω κατά 100% προσαυξήσεως, που έχει το χαρακτήρα ποινής, απαιτείται υπαιτιότητα του εργοδότη, έστω και σε βαθμό ελαφράς αμέλειας, η οποία υπάρχει όταν ο μισθωτός ζήτησε την άδεια και ο εργοδότης δεν τη χορήγησε.

Εάν ο λόγος μη χορήγησης του συνόλου ή μέρους της δικαιούμενης αδείας είναι η αντικειμενική αδυναμία χορήγησής της, εκ μέρους του εργοδότη, όπως ιδίως λόγω μακροχρόνιας ασθένειας, ειδικών αδειών που οφείλονται σε εγκυμοσύνη -μητρότητα, άδειας στράτευσης κ.λπ. του εργαζομένου, θα πρέπει, εκτός της συμπλήρωσης των σχετικών στηλών του εντύπου Ε11, να αναγράφεται στη στήλη των παρατηρήσεων του ανωτέρω εντύπου, η αιτία της μη χορήγησης του συνόλου της δικαιούμενης άδειας.

21. Παραίτηση μισθωτού και δικαίωμα λήψης αποζημίωσης άδειας και επιδόματος αδείας

Αν λυθεί η σχέση μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο, προτού ο εργαζόμενος λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί η άδεια.

Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας με οποιονδήποτε τρόπο, προτού ο εργαζόμενος λάβει την οφειλόμενη σ΄ αυτόν άδεια ή τις αποδοχές άδειας, χορηγείται από τον εργοδότη και επίδομα άδειας ίσο με της αποδοχές της άδειας, με τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν μπορεί να υπερβεί τα δέκα τρία (13) ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο ή το μισό (1/2) μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό.

Οι αποδοχές άδειας μαζί με το επίδομα άδειας προκαταβάλλονται στο μισθωτό κατά την έναρξη της άδειάς του.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο εργαζόμενος, εφόσον κατά το χρόνο έναρξης της κανονικής του άδειας, κατά το υπό εξέταση ημερολογιακό έτος, είχε λάβει τις αποδοχές άδειας και το επίδομα άδειάς του με τη δήλωση παραίτησής του από την εργασία του, δεν δικαιούται άλλες αποδοχές άδειας και επιδόματος άδειας.

22. Έντυπο Ε11 (γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας)

Οι εργοδότες έχουν την υποχρέωση να γνωστοποιούν ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», εντός του μηνός Ιανουαρίου, στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

Οι αναγκαίες λεπτομέρειες για το πλαίσιο υποβολής του εντύπου αυτού, εμπεριέχονται στην υπ΄ αριθμ. 49327/10702/22.12.2014 Απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

Συγκεκριμένα, στο έντυπο Ε11 (γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας) θα πρέπει να καταχωρούνται, εντός του μηνός Ιανουαρίου (από 1/1 έως και 31/1 εκάστου έτους), στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και έχουν καταχωρισθεί στο ειδικό «Βιβλίο Αδειών». Σημειώνεται ότι η σχετική προθεσμία ηλεκτρονικής υποβολής του εν λόγω εντύπου παρατάθηκε για το έτος 2015, έως την 30 Απριλίου 2015.

Ευνόητο είναι ότι, ότι όπως σαφώς προκύπτει από το ανωτέρω νομικό πλαίσιο, στο «Βιβλίο Αδειών», που αποβλέπει στην αποτύπωση της πραγματικής εικόνας της επιχείρησης, θα πρέπει να καταχωρίζεται το σύνολο των εργαζομένων της επιχείρησης, δεδομένου ότι οι διατάξεις περί χορήγησης ετήσιας κανονικής άδειας είναι αναγκαστικού δικαίου και συνεπώς όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται ετήσια κανονική άδεια.

Επομένως, με βάση τα στοιχεία που έχουν καταχωρισθεί στο ειδικό «Βιβλίο Αδειών», αναφορικά με τις δικαιούμενες και τις πραγματικά χορηγηθείσες ημέρες αδείας του συνόλου των εργαζομένων και σύμφωνα με τις αντίστοιχες πραγματικά καταβληθείσες αποδοχές χορηγηθείσας αδείας και επιδόματος αδείας, θα συμπληρώνεται αντίστοιχα και το έντυπο Ε11.

Πιο συγκεκριμένα,

Σε περίπτωση κατά την οποία, χορηγήθηκε το σύνολο της νομίμως δικαιούμενης άδειας εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος, υφίσταται υποχρέωση συμπλήρωσης των αντίστοιχων στηλών του Εντύπου Ε11.

Σε περίπτωση, κατά την οποία, παρανόμως δεν χορηγήθηκε το σύνολο της νομίμως δικαιούμενης άδειας εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος, συμπληρώνεται, μεταξύ των άλλων, ο αριθμός των χορηγηθεισών ημερών αδείας (εάν υφίστανται), καθώς και οι πραγματικώς καταβληθείσες αποδοχές αδείας και επιδόματος αδείας.

Tέλος, εάν ο λόγος μη χορήγησης του συνόλου ή μέρους της δικαιούμενης αδείας είναι η αντικειμενική αδυναμία χορήγησής της, εκ μέρους του εργοδότη, όπως ιδίως λόγω μακροχρόνιας ασθένειας, ειδικών αδειών που οφείλονται σε εγκυμοσύνη- μητρότητα, άδειας άνευ αποδοχών, στράτευσης κ.λπ., του εργαζομένου, θα πρέπει, εκτός της συμπλήρωσης των σχετικών στηλών του εντύπου Ε11, να αναγράφεται στη στήλη των παρατηρήσεων η αιτία της μη χορήγησης του συνόλου της δικαιούμενης άδειας (Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης Πρόνοιας 3631/87/27.1.2015).