Οι χρηματικές δωρεές αποτελούν μια από τις βασικότερες, αν όχι τη βασικότερη, πηγή εσόδων για μια Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση. Ως εκ τούτου οι πολλαπλές μεταβολές του πλαισίου (νομοθεσία, επιμέρους διαδικασίες εντός Δ.Ο.Υ., κτλ) επί των δωρεών απαιτούν την προσοχή μας, έτσι ώστε αυτό το κανάλι να συνεχίσει να στηρίζει τις οργανώσεις.
Δωρεά, σύμφωνα με το άρθρο 496 ΑΚ, είναι η σύμβαση με την οποία ο δωρητής παρέχει σε κάποιον ένα περιουσιακό αντικείμενο χωρίς αντάλλαγμα, με αποτέλεσμα με την επίδοση αυτή να επέρχεται μείωση της περιουσίας του δωρητή και αύξηση της περιουσίας του δωρεοδόχου κατά την αξία του αντικειμένου της δωρεάς. Η επίδοση περιουσιακού αντικειμένου, η μείωση της περιουσίας του δωρητή και η αύξηση της περιουσίας του δωρεοδόχου καθώς και η ελευθεριότητα είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη σύμβαση δωρεάς. Με τη σύμβαση δωρεάς γεννιέται υποχρέωση του δωρητή να παράσχει αντικείμενο περιουσίας στον δωρεοδόχο, ο οποίος δεν υποχρεούται σε καταβολή ανταλλάγματος. Δεν εξετάζονται οι λόγοι που οδήγησαν το δωρητή στην πραγματοποίηση της δωρεάς, αρκεί μόνο ότι αυτή γίνεται χωρίς αντάλλαγμα.
Όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 29 του Ν.2961/2001, τα ΜΗ κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα τα οποία υπάρχουν και συνιστώνται στην Ελλάδα και επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς εθνωφελείς, θρησκευτικούς ή σε ευρύτερο κύκλο φιλανθρωπικούς, εκπαιδευτικούς, καλλιτεχνικούς ή κοινωφελείς κατά την έννοια του άρθρου 1 του α.ν.2039/1939, για τις χρηματικές ενισχύσεις που λαμβάνουν επιβάλλεται αυτοτελής φορολόγηση 0,5% μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού 1.000€ (χιλίων Ευρώ) κατ’ έτος για κάθε δωρητή.
Σε ό,τι αφορά τις επιχορηγήσεις/χρηματοδοτήσεις μέσω προγραμμάτων από κοινωφελή ιδρύματα, απαλλάσσονται του φόρου δωρεάς μόνο και εφόσον συντρέχουν οι όροι και οι προϋποθέσεις της γνωμοδότησης του ΝΣΚ 787/1997, δηλαδή όταν πρόκειται για παροχές των κοινωφελούς χαρακτήρα Ιδρυμάτων προς τα πρόσωπα που ωφελούνται από αυτά και οι οποίες γίνονται σε εκπλήρωση του σκοπού του Ιδρύματος.
Επιπρόσθετα, αξίζει να αναφερθεί ότι σε ό,τι αφορά τις δωρεές που λαμβάνουν χώρα με τη μορφή καμπάνιας είτε με τη μορφή «κουμπαρά» είτε με τη μορφή ειδικών λογαριασμών είτε ακόμα με το λεγόμενο crowdfunding (μέσω PayPal ή άλλων πυλών ηλεκτρονικών πληρωμών), με τις διατάξεις της περ. βα) της ενότητας Β του άρθρου 43 του Κώδικα καθιερώνεται ρητή απαλλαγή τόσο από την επιβολή του φόρου δωρεάς όσο και από την υποχρέωση υποβολής των οικείων δηλώσεων φόρου για δωρεές χρηματικών ποσών ή άλλων κινητών περιουσιακών στοιχείων από ανώνυμους και μη δωρητές, εφόσον οι δωρεές αυτές διοργανώνονται σε πανελλαδικό επίπεδο με την πρωτοβουλία φορέων για σκοπούς αποδεδειγμένα φιλανθρωπικούς (Παραπομπή Δ13Α 1088562 ΕΞ 5.6.2014).
Ενόψει των ανωτέρω λοιπόν, για την καταβολή του φόρου 0,5%, ο δωρεοδόχος-που είναι και ο υπόχρεος καταβολής του- οφείλει να απευθυνθεί στο τμήμα Κεφαλαίου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Μέχρι τα τέλη του 2018 η διαδικασία ήταν σχετικά απλή. Μαζί με το σχετικό έντυπο-δήλωση συνυποβάλλονταν και η απόδειξη είσπραξης δωρεάς και ενδεχομένως και το αποδεικτικό κατάθεσης των χρημάτων στον λογαριασμό του δωρεοδόχου.
Με βάση τον Ν.4583/2018 οι διατάξεις του οποίου, αναφορικά με τα θέματα φορολογίας κεφαλαίου, κοινοποιήθηκαν με την Ε.2001/28-12-2018, η διαδικασία άλλαξε. Απαραίτητα πλέον θεωρούνται για την υποβολή της σχετικής δήλωσης τα εξής:
• ΑΦΜ αμφότερων των αντισυμβαλλόμενων (δωρητή-δωρεοδόχου)
• Παραστατικό είσπραξης (πχ απόδειξη είσπραξης)
• Αποδεικτικό κατάθεσης στον λογαριασμό όψεως του Νομικού Προσώπου
• Καταστατικό εταιρίας που να φαίνεται ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας της
• Πράξη αποδοχής (πρακτικό) του ποσού της δωρεάς από το Δ.Σ.
• Υπεύθυνη δήλωση με γνήσιο υπογραφής του δωρητή με την οποία πιστοποιεί την συναλλαγή.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η νέα διαδικασία δημιουργεί πρόσθετο φόρτο στις οργανώσεις, ειδικά δε αν δεν είχε υπάρξει σχετική πρόνοια συγκέντρωσης των σχετικών στοιχείων κατά την περίοδο διενέργειας της δωρεάς. Αντίστοιχα, για το επόμενο διάστημα προτείνεται η δημιουργία ενός check-list από την πλευρά της οργάνωσης ώστε να ετοιμάζεται άμεσα ο πλήρης «φάκελος» της κάθε δωρεάς, διευκολύντας με τον τρόπο αυτό τη σχετική διαδικασία.
Επιπρόσθετα, είναι φανερό ότι τα ανωτέρω δικαιολογητικά μπορούν να προσκομιστούν μόνο σε περίπτωση που οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ημεδαπά πρόσωπα.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που η δωρεά προέρχεται από την αλλοδαπή;
Σύμφωνα με την προβλεπόμενη από τον Ν.4583/2018 διαδικασία ο δωρητής – όπως άλλωστε και ο δωρεοδόχος – πρέπει να έχει ΑΦΜ στην Ελλάδα είτε πρόκειται για φυσικό είτε για νομικό πρόσωπο. Αν δεν θελήσει, όμως, να υποβληθεί στην εν λόγω διαδικασία σε κάθε περίπτωση η αρμόδια Δ.Ο.Υ. ΟΦΕΙΛΕΙ (βάσει της Α.1137/11-6-2020 άρθρο 1 παράγραφος 5, οι διατάξεις της οποίας κοινοποιήθηκαν με την Ε.2107/2020) να παραλάβει τη δήλωση και να καταλογίσει τον αναλογούντα φόρο στον δωρεοδόχο και στα πλαίσια ελέγχου της υπόθεσης να αναζητήσει αυτεπάγγελτα τα στοιχεία του δωρητή, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες Δ.Ο.Υ. αρνούνταν μέχρι τώρα να παραλάβουν τη δήλωση δωρεάς ελλείψει των ανωτέρω.
Συγκεκριμένα η διάταξη αναφέρει:
«Δηλώσεις φόρου χρηματικών δωρεών προς τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια δύνανται να υποβάλλονται μόνο από τον υπόχρεο σε φόρο, εφόσον αποδεικνύεται η σύσταση της δωρεάς αλλά δεν είναι γνωστά σε αυτόν τα πλήρη στοιχεία του δωρητή ή αυτός είναι αλλοδαπός και δεν διαθέτει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου στην Ελλάδα, εφόσον δεν συνυπολογίζονται στην ετήσια δαπάνη του δωρητή φορολογουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 32 ΚΦΕ, ως ισχύει»
Ένα επιπλέον στοιχείο που έχει αλλάξει στη διαδικασία είναι ότι λόγω και με αφορμή την πανδημία του COVID-19 και βάση της Α.1137/2020, το τμήμα του Κεφαλαίου δεν πραγματοποιεί πλέον απευθείας συναλλαγή με το κοινό. Ο υποβάλλων τη δήλωση οφείλει να παραδώσει τον πλήρη φάκελο στο τμήμα Πρωτοκόλλου το οποίο με τη σειρά του το διαβιβάζει στο τμήμα Κεφαλαίου. Στη συνέχεια ο υπόχρεος λαμβάνει ειδοποίηση είτε τηλεφωνικά είτε με e-κοινοποίηση στο περιβάλλον του TAXISNET.
Κλείνοντας αξίζει να διευκρινίσουμε ότι ο χαρακτηρισμός μιας χρηματικής καταβολής ως δωρεά ή όχι είναι στην αποκλειστική αρμοδιότητα του προϊσταμένου της εκάστοτε Δ.Ο.Υ. διερευνώμενων των συνθηκών (ελευθεριότητα, μη ύπαρξη ανταλλάγματος ή νόμιμης υποχρέωσης). Από την πλευρά τους οι οργανώσεις οφείλουν να καταθέτουν τα σχετικά παραστατικά και πρέπει να βρίσκονται σε εγρήγορση προς την τεκμηρίωση του στοιχείου της δωρεάς – ειδικά όσον αφορά στη μη ύπαρξη ανταλλάγματος.
Χαράλαμπος Κληρονόμος
Λογιστής/Φοροτεχνικός