Μια συνηθισμένη πρακτική των επιχειρηματιών για την έμπρακτη επιβράβευση των προσπαθειών που καταβάλουν οι εργαζόμενοί τους ή στο πλαίσιο της επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί, είναι η καταβολή ορισμένων
πρόσθετων αποδοχών (bonus ή πριμ παραγωγικότητας). Τα ποσά αυτά είθισται να δίνονται από τις επιχειρήσεις στο τέλος του έτους, ωστόσο ο χρόνος που τελικά χορηγούνται ποικίλει, καθώς εναπόκειται στην πολιτική της κάθε εταιρείας το πότε κι αν τελικά θα δοθούν (δείτε επίσης το φορολογικό χειρισμό για περιπτώσεις που δίνονται bonus σε εταιρείες με τέλος διαχειριστικής χρήσης την 30η Ιουνίου, στο έγγραφο της Α.Α.Δ.Ε. με αριθμ. πρωτ. ΔΕΑΦΒ 1166163 ΕΞ 2015).
Δύο ζητήματα που απασχολούν συχνά τους συναδέλφους που ασχολούνται με τη μισθοδοσία του προσωπικού, είναι αυτό της παρακράτησης του φόρου, αλλά και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης αναφορικά με τις εν λόγω πρόσθετες αμοιβές.
Βάσει των κείμενων διατάξεων (βλ. παρ. 4 του άρθρου 60 του ν. 4172/2013), «στα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις που καταβάλλονται αναδρομικά, σύμφωνα με το άρθρο 12, καθώς και στις πρόσθετες αμοιβές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές διενεργείται παρακράτηση με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στο καταβαλλόμενο ποσό ανεξάρτητα από το έτος στο οποίο ανάγονται για να φορολογηθούν τα εισοδήματα αυτά».
Στις οδηγίες που δόθηκαν από τη Διοίκηση με την ερμηνευτική εγκύκλιο ΠΟΛ. 1072/2015 και συγκεκριμένα στην παρ. 7 της ενότητας Ι αυτής έγινε δεκτό ότι, «Στην έννοια του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος περιλαμβάνεται ο μισθός, ή η σύνταξη και οποιεσδήποτε άλλες αμοιβές της ίδιας περιόδου (π.χ. επιδόματα), που καταβάλλονται τακτικά και συνεντέλλονται (δηλαδή συνεκκαθαρίζονται) μαζί, στην ίδια μισθοδοτική κατάσταση με το μισθό».
Επιπρόσθετως, στην ίδια ως άνω εγκύκλιο και συγκεκριμένα στην παρ. 1 της ενότητας ΙΙΙ αυτής έγινε δεκτό ότι, «Στις καθαρές αμοιβές για υπερωριακή εργασία, επιχορηγήσεις, επιδόματα, καθώς και στις κάθε άλλου είδους, πρόσθετες αμοιβές ή εφάπαξ παροχές, οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές, ο παρακρατούμενος φόρος υπολογίζεται με συντελεστή 20% στο καταβαλλόμενο ποσό των ανωτέρω αμοιβών, σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 60 του ν.4172/2013».
Από το συνδυασμό των ανωτέρω συνάγεται ότι, στα ποσά αυτά των «bonus» που καταβάλλονται στους εργαζόμενους και αφορούν στην επιβράβευση των προσπαθειών στο πλαίσιο της εργασίας τους ή στην επίτευξη διαφόρων στόχων που τίθενται από τις επιχειρήσεις, πρέπει να διενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή (20%) και όχι βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του ν. 4172/20131. Τα ποσά αυτά δηλώνονται κατά την υποβολή των μηνιαίων αρχείων βεβαιώσεων αποδοχών με κωδικό 2 «Πρόσθετες αποδοχές (επιδόματα, υπερωρίες, μπόνους, που δεν συνεντέλλονται με τις τακτικές αποδοχές)», όπως ακριβώς ορίζεται στην απόφαση Α. 1099/2019.
Επιπροσθέτως, πρέπει να τονίσουμε ότι στις εν λόγω αμοιβές δεν διενεργείται παρακράτηση έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, αλλά η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στα εισοδήματα αυτά με την υποβολή της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του δικαιούχου των αμοιβών (βλ. και εγκύκλιο ΠΟΛ. 1152/2017).
Να τονίσουμε επίσης πως οι αμοιβές αυτές (bonus) υπόκεινται και σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ Ε.Φ.Κ.Α. Αν για παράδειγμα δοθεί ένα ποσό ως bonus τον μήνα Δεκέμβριο, τότε θα αναγραφεί στην Α.Π.Δ. της περιόδου αυτής με ξεχωριστή εγγραφή και με κωδικό τύπου αποδοχών 10 (bonus), ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως και για κάθε άλλη αμοιβή που δίνεται και που δεν περιλαμβάνεται στις τακτικές αποδοχές, προστίθεται σε αναλογία 1/8 στο δώρο Χριστουγέννων, αφού όπως αναφέραμε καταβλήθηκε εντός του διαστήματος 1/5 – 31/12 του έτους.
Κλείνοντας να αναφέρουμε ότι σχετικά με τα bonus που δίνονται βάσει των ειδικότερων διατάξεων του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 δείτε όσα έχουν γίνει δεκτά με την εγκύκλιο της Α.Α.Δ.Ε. Ε. 2113/2019.