Ποιες είναι οι «ποινές» όταν κάποιος χάσει το βιβλιάριο συντήρησης ταμειακής ή κάνει οποιαδήποτε παράβαση που έχει σχέση με την ταμειακή μηχανή.
Πρόβλημα υπάρχει μετά την κατάργηση του Κ.Β.Σ.-Ν. 1809/1988-ΦΕΚ 222/Α/6-10-1988)-Καθιέρωση Φορολογικών Μηχανισμών και άλλες διατάξεις, ο οποίος ρητά προέβλεπε στο άρθρο 5 την υποχρέωση διαφύλαξης του βιβλιαρίου συντήρησης. Ειδικότερα προέβλεπε:
1. Ο χρήστης ή κάτοχος φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος οφείλει να τηρεί και να διαφυλάσσει το βιβλιάριο συντήρησης, το οποίο του παραδίδεται από τον κάτοχο της άδειας καταλληλότητας ή εξουσιοδοτημένο από αυτόν τεχνικό αντιπρόσωπο, κατά την απόκτηση, καθώς και το φορολογικό μηχανισμό ή το μέρος του συστήματος με τα ενταμιευμένα σ’ αυτά δεδομένα για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο που κάθε φορά ορίζεται από τις αντίστοιχες διατάξεις του Κ.Β.Σ., για τη διαφύλαξη των φορολογικών στοιχείων.
Επίσης οφείλει να μεριμνά για την ενημέρωση του βιβλιαρίου με ό,τι έχει σχέση με τη μηχανή, όπως συγκεντρωτικά δεδομένα φορολογικής μνήμης, συντηρήσεις, επισκευές, καθώς και να καλεί αμέσως για αποκατάσταση τυχόν βλάβης της μηχανής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των υποχρεώσεων αυτών.
Το βιβλιάριο συντήρησης και επισκευών, το οποίο συνοδεύει πάντοτε το φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό επιδεικνύεται άμεσα σε κάθε απαίτηση φορολογικών ελέγχων.
2. Ο συντηρητής ή επισκευαστής υποχρεούται να καταχωρεί στο Βιβλιάριο Συντήρησης και Επισκευών του φορολογικού μηχανισμού κάθε τεχνική διάγνωση, επέμβαση, επισκευή ή συντήρησή του, υπογράφοντας και θέτοντας τη σφραγίδα του. Αν διαπιστώσει ότι ο μηχανισμός δεν διαθέτει πλέον τη δυνατότητα και τα χαρακτηριστικά που εξασφαλίζουν την αξιοπιστία του, λόγω βλάβης ή άλλης αιτίας, υποχρεούται να γνωστοποιήσει τούτο άμεσα και εγγράφως στην αρμόδια για τη φορολογία του χρήστη Δ.Ο.Υ., καθώς και στην αρμόδια Διεύθυνση Κ.Β.Σ.
Ο Νόμος αυτός, όμως, καταργήθηκε από 1/1/2015 με τον Ν. 4308/2014, καθώς και κάθε διάταξη ή ερμηνευτική εγκύκλιος που είχε εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότησή του.
Το άρθρο 10, όμως, που αφορούσε τις παραβάσεις και κάθε πρόστιμο συνέχισε να ισχύει για όσες είχαν διαπραχθεί μέχρι 31/12/2014. Δεν υπάρχει κάποια εγκύκλιος, η οποία να αποσαφηνίζει το πρόστιμο ή πώς θα αντιμετωπιστεί από τις Δ.Ο.Υ. η απώλεια του βιβλίου.
Το άρθρο 10, όμως, –το οποίο παραθέτουμε παρακάτω- αφορούσε τις παραβάσεις που είχαν διαπραχθεί μέχρι 31/12/2014.
Τι γίνεται, όμως, από τότε και μετά;
Σύμφωνα με την ΠΟΛ 1252/2015, που αφορά το «ποινολόγιο της εφορίας», μεταξύ άλλων επιβάλλεται πρόστιμο για τη μη συμμόρφωση με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις, π.χ., η μη τήρηση των προβλεπόμενων από τις σχετικές διατάξεις βιβλίων.. Επίσης, ως μη συμμόρφωση θεωρείται η μη διαφύλαξη των λογιστικών αρχείων (βιβλίων και στοιχείων), καθώς και η μη διαφύλαξη των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, φορολογικών μνημών, και αρχείων που δημιουργούν οι φορολογικοί ηλεκτρονικοί μηχανισμοί.
Για μη συμμόρφωση με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις, επιβάλλεται πρόστιμο δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ (άρθρο 54 παρ. 2 περ. ε΄).
…. Σχετικά με τους φορολογικούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς (ΦΗΜ) επισημαίνεται ότι για παραβάσεις που διαπράττονται έως την 31.12.2015 επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 10 του ν. 1809/1988 (άρθρο 38 παρ. 2 ν. 4308/2014, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 6 του ν. 4337/2015).
Σημειώνεται ότι, για τις παραβάσεις μη διαφύλαξης (απώλειας) φορολογικών βιβλίων και στοιχείων, οι οποίες ανάγονται σε φορολογικές περιόδους πριν την 1.1.2014, εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 και επιβάλλονται τα πρόστιμα της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, δηλαδή ποσό ίσο με το 1/3 του επιβαλλόμενου προστίμου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση.
Η ΠΟΛ καταλήγει με αναφορά στο άρθρο 7 του ν. 4337/2015 τέθηκαν απαραίτητες μεταβατικές διατάξεις προς τον σκοπό της εφαρμογής των τροποποιήσεων των διατάξεων περί προστίμων του ΚΦΔ που έγιναν με το άρθρο 3 του ν. 4337/2015. Ειδικότερα: Για υποθέσεις που αφορούν παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. και του Κ.Φ.Α.Σ. που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου.
Υπενθυμίζουμε ότι το άρθρο 10 προέβλεπε:
1. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του νόμου αυτού, των αποφάσεων που εκδίδονται κατ εξουσιοδότηση του και των διατάξεων που αναφέρονται στις τεχνικές προδιαγραφές των φορολογικών ταμειακών μηχανών και συστημάτων τιμωρείται με πρόστιμα που προσδιορίζεται κατ’. αντικειμενικό τρόπο.
2.Για την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος ισχύουν οι εννοιολογικοί προσδιορισμοί της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α’).
3. Για όλες τις παραβάσεις εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και συντελεστής βαρύτητας με αριθμητική τιμή που ορίζεται ως εξής:
α) Για τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε οκτώ (8). Κατ’ εξαίρεση, για τις πιο κάτω παραβάσεις ο συντελεστής βαρύτητας καθορίζεται ως εξής:
α.1. Σε περίπτωση άρνησης ή παρακώλυσης ή μη διευκόλυνσης, με οποιονδήποτε τρόπο, του ελέγχου της αξιοπιστίας των φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τριάντα (30).
α.2. Σε περίπτωση μη διαφύλαξης του δείγματος για τον προβλεπόμενο χρόνο σε εξήντα (60).
α.3. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβών στοιχείων στην Επιτροπή του άρθρου 7 για τη χορήγηση άδειας καταλληλότητας σε σαράντα (40).
β) Για τις επιχειρήσεις μεταπώλησης, τεχνικής υποστήριξης, καθώς και για τους τεχνικούς οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε τέσσερα (4).
γ) Για τους χρήστες ή κατόχους φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε ένα (1).
γ.1. Η έκδοση στοιχείων από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως έκδοση αθεωρήτων. Για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση β΄ και 9 του άρθρου 5 του ν. 2523/ 1997.
γ.2. Η έκδοση στοιχείων από μη εγκεκριμένο ή από εγκεκριμένο και παραβιασμένο ή παραποιημένο φορολογικό μηχανισμό ή σύστημα λογίζεται ως μη έκδοση αυτών. Για την επιβολή του αντικειμενικού προστίμου θεωρείται αυτοτελής παράβαση, για την οποία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 8 περίπτωση α΄ και 9 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 10 περίπτωση α΄ του ίδιου άρθρου και νόμου.
γ.3. Η μη χρήση εγκεκριμένου και δηλωμένου ή η χρήση μη εγκεκριμένου ή μη δηλωμένου φορολογικού μηχανισμού για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών δεδομένων των βιβλίων λογίζεται ως μη τήρησή τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο εγκεκριμένος και δηλωμένος φορολογικός μηχανισμός έχει παραβιασθεί ή παραποιηθεί.
δ) Η μη δήλωση κάθε φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος θεωρείται γενική παράβαση και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση. Για κάθε εκπρόθεσμη δήλωση φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος, μετά την προθεσμία που ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου αυτού, καταλογίζεται μία παράβαση ανά εκπρόθεσμη δήλωση ανεξάρτητα του χρόνου υποβολής της και του πλήθους των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων που περιλαμβάνονται σε αυτή και επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997, κατά περίπτωση.
ε) Ειδικά στην περίπτωση παραβάσεων λόγω παραβίασης ή παραποίησης φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων, που έχουν άδεια καταλληλότητας από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7 ή επέμβασης κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία του μηχανισμού ή διάθεσης ή χρησιμοποίησης παραβιασμένου ή διαφοροποιημένου ή παραποιημένου τέτοιου μηχανισμού, εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής:
ε.1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή έγκριση μόνο τεχνικής υποστήριξης σε εκατό (100).
ε.2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης, τεχνικοί της οποίας έχουν εξουσιοδοτηθεί από επιχείρηση που έχει λάβει άδεια καταλληλότητας για την παροχή υπηρεσιών συντήρησης και επισκευής φορολογικών μηχανισμών και συστημάτων σε εξήντα (60).
Ειδικά στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υπαίτιος της παράβασης είναι φυσικό πρόσωπο – εξουσιοδοτημένος τεχνικός, πέραν των ανωτέρω, απαγορεύεται να παρέχει υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης σε εγκεκριμένα μοντέλα φορολογικών μηχανισμών.
ε.3. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πενήντα (50).
στ) Στην περίπτωση απώλειας φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται ανά υπαίτιο ως εξής:
στ.1. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει, από την αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 7, άδεια καταλληλότητας ή επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης σε είκοσι (20).
στ.2. Σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι ο χρήστης ή κάτοχος του φορολογικού μηχανισμού ή συστήματος ή άλλος τρίτος σε πέντε (5).
ζ) Σε περίπτωση μη διαφύλαξης ή μη επίδειξης του Βιβλιαρίου Συντήρησης και Επισκευών εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο 1 (ΒΑΣ.ΥΠ.1) και ο συντελεστής βαρύτητας ορίζεται σε δύο (2).
4. Οι υπαίτιοι των παραβάσεων της περίπτωσης ε΄ της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εφαρμοζομένων αναλόγως των αντίστοιχων διατάξεων του ν. 2523/1997, που αναφέρονται στη χρήση πλαστών και εικονικών στοιχείων.
5. Αν υπαίτιος αδικήματος της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 3 είναι η επιχείρηση που έχει λάβει την άδεια καταλληλότητας των φορολογικών μηχανισμών ή συστημάτων ή εξουσιοδοτημένος από αυτήν μεταπωλητής ή τεχνικός αντιπρόσωπός της, ανεξάρτητα από τα διοικητικά πρόστιμα και τις ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε.1. και 4, μετά από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 7 μπορεί να ανακαλείται η άδεια καταλληλότητας ή και να απαγορεύεται η διάθεση των μηχανισμών του συγκεκριμένου τύπου.
6. Στις ίδιες κυρώσεις και ποινές που προβλέπονται από τις παραγράφους 3 υποπερίπτωση ε.1. και 4 υπόκεινται και τα πρόσωπα, στα οποία ανατίθεται από την Επιτροπή η διενέργεια ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 7, όταν βεβαιώνουν ανακριβώς για τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενήργησαν.
7. Για τις παραβάσεις που διαπιστώνονται από την Επιτροπή του άρθρου 7 ή τη Διεύθυνση Βιβλίων και Στοιχείων ενημερώνεται εγγράφως η αρμόδια Δ.Ο.Υ. του παραβάτη, η οποία συντάσσει τη σχετική έκθεση και τη μηνυτήρια αναφορά, αν συντρέχει περίπτωση, εκδίδει δε και την απόφαση επιβολής προστίμου. Για την επιβολή του προστίμου, τη διαδικασία βεβαίωσης, καταβολής και διοικητικής επίλυσης της διαφοράς και για κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται ειδικά από το παρόν άρθρο, ισχύουν αναλόγως οι σχετικές διατάξεις για τις παραβάσεις του π.δ/τος 186/1992 (Κ.Β.Σ.).
Αγάπη Καβάλου
Αρχισυντάκτης Oenet.gr